Posted on

Προτάσεις της Αναγνωστικής μας λέσχης για τον μήνα Σεπτέμβριο

Κάθε μήνα τα μέλη της λέσχης θα προτείνουν κάποια βιβλία που έχουν διαβάσει και θα ήθελαν να τα γνωστοποιήσουν και σε άλλους αναγνώστες.
Για τον μήνα Σεπτέμβριο λοιπόν, οι προτάσεις δεν είναι πολλές, μια που αρκετά μέλη της λέσχης ακόμα βρίσκονται διασκορπισμένα και σε διάθεση διακοπών. Παρόλα αυτά συγκεντρώθηκαν κάποια βιβλία για τα οποία ο καθένας μας έχει να πει δυο λόγια και να προτρέψει και άλλους να τα διαβάσουν.
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ_ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ

Posted on

ΛΕΣΧΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ 2022-2023

Φέτος θα ασχοληθούμε με τον ρεαλισμό του β’ μισού του 19ου αιώνα.
Συγγραφείς που θα διαβάσουμε είναι οι: Ανν Κάθριν Γκριν, Τζοζεφ Κόνραντ, Μάρκ Τουέιν, Χένρι Τζέϊμς, Αυγουστος Στρίνμπεργκ, Γκισταβ Φλομπέρ, Εμίλ Ζολά, Κνουτ Χάμσουν, Αντόν Τσέχοφ, Λέον Τολστόι, Φιοντρ Ντοστογιέφσκι και χρόνου επιτρέποντος κάποιοι ακόμα.
Θα υπάρχει οπτικοακουστικό υλικό, θα έχουμε καλεσμένους, προτάσεις για επισκέψεις σε εκδηλώσεις, παραστάσεις και κινηματογραφικές προβολές συναφείς με τη θεματολογία μας.

Σύντομα θα ανακοινώσουμε τους τίτλους των βιβλίων που θα αναγνωστούν στη λέσχη, ώστε κάθε συμμετέχων να μπορέσει να προγραμματίσει τις αγορές και τις συμμετοχές του. Οι συναντήσεις μας σύμφωνα με το πρόγραμμα (εκτός απροόπτου) θα είναι 31. Η διάρκεια της φετινής λέσχης θα είναι 39 εβδομάδες. Στην περίπτωση που στη διάρκεια αυτή (όπως στα δύο προηγούμενα έτη, προκύψει ζήτημα με τον Covid, οι τακτικές συναντήσεις θα γίνουν διαδικτυακά μέσω πλατφόρμας, πράγμα που απευχόμαστε.aitisi22SITEff

Posted on

Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας 2021 στον Αμπτουλραζάκ Γκούρνα

Άλλες Ζωές – Αμπντουλραζάκ Γκούρνα – Εκδόσεις Ψυχογιός

Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας 2021 στον Αμπτουλραζάκ Γκούρνα και άλλα τινά.

Αμπτουλραζάκ Γκούρνα. Γεννημένος στις 20 Δεκέμβρη του 1948 στη Ζανζιβάρη, έζησε δραματικές στιγμές και καταστάσεις από τα τρυφερά του χρόνια. Εκείνη την περίοδο η Ζανζιβάρη ήταν Σουλτανάτο. *
Σε ηλικία 18 ετών, την περίοδο της Επανάστασης της Ζανζιβάρης (σήμερα μέρος της Τανζανίας) αναγκάστηκε να φύγει από τη χώρα του για να γλιτώσει τους διωγμούς.* Βρήκε καταφύγιο στην Αγγλία και από το 1968 ζει και δημιουργεί εκεί, επιλέγοντας μάλιστα τα Αγγλικά ως τη γλώσσα στην οποία συγγράφει. (Η μητρική του γλώσσα είναι η Σουαχίλι).
Το διδακτορικό του στο Κεντ ασχολείται με την δυτικοαφρικανική μυθοπλασία. Δίδαξε στο Κεντ και συνταξιοδοτήθηκε από εκεί.

Το συγγραφικό του έργο, έχει ως κύριο θέμα το προσφυγικό που τον απασχολούσε ιδιαίτερα, μια που ο ίδιος το είχε ζήσει στο πετσί του όταν στην εφηβεία του ακόμα “δραπέτευσε” από μία χώρα που σπαράσσονταν από επιβολή κατοχής, φυλετικές εκκαθαρίσεις και εμφύλιο πόλεμο.
Με αυτό σαν κύριο χαρακτηριστικό στη θεματολογία και το συνολικό του έργο που προβάλει και αναδεικνύει το ζήτημα της προσφυγιάς, αλλά και για την “ασυμβίβαστη και συμπονετική διείσδυσή του στις επιπτώσεις της αποικιοκρατίας και της μοίρας των προσφύγων μεταξύ πολιτισμών και ηπείρων”, τιμήθηκε με βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 2021.

Abdulrazak Gurnah, Tanzanian, writer, novelist, academic, portrait, Modena, Italy, 6th April 2006. (Photo by Leonardo Cendamo/Getty Images)

Ο Γκούρνα δεν είχε μεταφραστεί ποτέ ως τώρα στα ελληνικά…
Αναρωτιόμαστε αν το προσφυγικό και η αποικιοκρατία (ως πρακτική), για κάποιο λόγο μας αφήνει αδιάφορους σαν λαό. Πιθανά, ακριβώς με τον ίδιο τρόπο που εκφράζουμε ρατσισμό, ελιτισμό, διάκριση και επιθετικότητα, επιλέγουμε να αξιολογούμε κάτι που θεωρούμε ότι δεν αφορά “εμάς”. Το πρόβλημα όμως έγκειται στο ποιοι επιλέγουν και ποιοι είμαστε εμείς.
Είναι πολύ αποκαρδιωτικό όταν ο κόσμος των γραμμάτων μιας χώρας σαν τη δική μας, λειτουργεί με λογικές απόλυτα οικονομίστικες, με το σύστημα αξιολόγησης πώλησης και κερδοφορίας ABC και ενώ κάποια ανάξια λόγου και σημασίας πονήματα σκαρφαλώνουν στις πληρωμένες λίστες ευπώλητων, κάποια βιβλία με αξιοσημείωτο βάρος, είτε δεν μεταφράζονται και δεν εκδίδονται ποτέ, ή παραμένουν στο απόλυτο σκοτάδι. Πρόκειται για σημάδι πολιτιστικής παρακμής.
Κάποτε, συζητώντας με έναν “μεγάλο” εκδότη, για έναν συγγραφέα που τότε ήταν ακόμα άγνωστος, του είπα πόσο καλός είναι, πόσο όμορφα χειρίζεται την ελληνική γλώσσα και πόσο αξιόλογο είναι το βιβλίο του και τον ρώτησα γιατί μέσα στις τόσες προωθητικές κινήσεις που κάνουν σαν εκδοτικός, δεν κάνουν και κάτι για τον συγκεκριμένο. Η απάντηση του εκδότη ήταν: ‘έλα μωρέ, δεν τον ξέρει ούτε η μάνα του’! Επειδή όμως κάποιες φορές η πραγματική αξία καταφέρνει να αναδυθεί, σήμερα τον συγκεκριμένο συγγραφέα δεν το ξέρει μόνο η μάνα του αλλά και πολύς άλλος κόσμος, τα αρκετά πλέον βιβλία του έχουν αποφέρει άφθονο χρήμα στον εκδότη, ενώ συγγραφέας και βιβλία πλέον παρουσιάζονται με περίσσια υπερηφάνεια στην επικοινωνιακή δραστηριότητα του ίδιου εκδοτικού που κάποτε τον αντιμετώπιζε αν όχι με χλευασμό, τουλάχιστον με αδιαφορία…

… Όταν το αδιάφορο γίνεται “mainstream” !

Έτσι λοιπόν, και μέχρι την απόκτηση του Νόμπελ, κανείς δεν είχε προφανώς ενδιαφερθεί να εκδώσει τον Αμπντουλραζάκ Γκούρνα στη γλώσσα μας (άλλωστε έχει γίνει και με άλλους, όπως η Τόκαρτσουκ, ο Γιάροσλαβ Σάιφερτ κ.α.). Όταν όμως ένας συγγραφέας φέρει και τη σφραγίδα εκτίμησης της Ακαδημίας (της ίδιας Ακαδημίας που το 2018 δεν απέδωσε το βραβείο διότι τα μέλη της επιτροπής αλληλομηνύονταν)** αξιολογείται διαφορετικά από τον εκδότη. Σημασία λοιπόν δεν έχει η αξία του συγγραφέα ή του έργου αλλά η υπεραξία που του αποδίδει η δημοσιότητα… Το περιφρονημένο και το περιφερειακό, γίνεται αξιόλογο. Το underground γίνεται mainstream (για να μας αντιληφθούν και οι οικονομολόγοι και επικοινωνιολόγοι που αποφασίζουν τι μας αρέσει ή τι θα μας αρέσει).

Με αυτή τη λογική βέβαια κατανοούμε ότι πολλά διαμάντια βρίσκονται στη λάσπη και δεν θα αναδυθούν παρά μόνο κατά τύχη ή αν υπάρχει ειδικό οικονομικό όφελος.
Αρκετές φορές βεβαίως, από “μικρούς” – σε μέγεθος και όχι σε αξία – εκδοτικούς, βλέπουμε να εκδίδονται και να στηρίζονται πολύ αξιόλογες συγγραφικές δουλειές που όμως λόγω μάρκετινγκ παραμένουν σε μικρή κλίμακα διάδοσης. Και εδώ θα πρέπει να είμαστε δίκαιοι με αυτούς τους εκδότες που επί χρόνια προσπαθούν να είναι συνεπείς και να εκδίδουν αξιόλογα βιβλία, αλλά όμως βρίσκονται να δίνουν εξαντλητικές μάχες είτε για να αποκτήσουν τα δικαιώματα είτε να χρηματοδοτήσουν την διαδικασία της έκδοσης κάποιου αξιόλογου βιβλίου, με αμφίβολα αποτελέσματα, χωρίς ενισχύσεις και προωθήσεις από παράλληλες πηγές και μέσα, ενώ ταυτόχρονα βρίσκουν τις πόρτες της διάδοσης κλειστές.

Εν τέλει, φτάσαμε να πιάσουμε στα χέρια μας, το “Άλλες Ζωές” του Αμπτουλραζάκ Γκούρνα, οκτώ μήνες μετά την βράβευση του συγγραφέα. Δεν εκδόθηκε από κάποιον μικρό εκδοτικό οίκο όπως πλέον είναι φυσικό… Παρόλα αυτά, η απογοήτευση ήταν δεδομένη όταν διαβάσαμε στο οπισθόφυλλο: Πρώτη έκδοση 5.000 αντίτυπα. Όχι τυχαία… Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε κάποια άλλα που γράφουν: Πρώτη έκδοση 20.000 αντίτυπα, αλλά θα ήταν πραγματική ασέβεια από μέρους μας στον Αμπτουλραζάκ Γκούρνα και στο έργο του. Άλλωστε, υπάρχουν αρκετά άλλα βιβλία αντίστοιχης αξίας που δεν ευτύχησαν να φτάσουν καν τη χιλιάδα…
Το βιβλίο είναι συναρπαστικό· “σπαρακτικό” όπως αναφέρει και η Guardian.
Η υπόθεση μας ταξιδεύει σε μια αφρικανική περιοχή όπου η ζωή είναι αποτέλεσμα συσχετισμού δυνάμεων που μάχονται για την επικράτηση, ενώ ένας ακόμα καθοριστικός παράγοντας είναι η πείνα, αλλά και οι αρρώστιες και η εξαθλίωση. Όλοι γνωρίζουμε ότι ο Μεγάλος Πόλεμος (Α’ Π.Π.) άλλαξε τον ρου της ιστορίας σε πολιτικό, κοινωνικό και πολιτιστικό επίπεδο στον αναπτυγμένο κόσμο. Πόσα όμως γνωρίζουμε για την Αφρική; Άραγε τόλμησε κανείς να μας εξηγήσει τα παιχνίδια επικράτησης και εξασφάλισης πλούτου και δύναμης π.χ. των Βρετανών ή των Γερμανών σε περιοχές όπως η Τάνγκα της Τανζανίας;
Και αλήθεια, μπήκαμε ποτέ στη θέση αυτών των ανθρώπων που χωρίς να προκαλέσουν, βρέθηκαν στο τεντωμένο νήμα της διελκυστίνδας δύο δυνάμεων, ξένων προς αυτούς, που όμως απλά μπορούσαν να βρίσκονται εκεί, με το θράσος και την έπαρση όχι του κατακτητή, αλλά του αποικιοκράτη-εκμεταλλευτή; Και μετά από όλο αυτό, πόσο έχει αλλάξει η ζωή τους; Πόσο η εκμετάλλευση από τη Δύση έχει παγιώσει μια πραγματικότητα που απέχει από την ειρήνη και την ασφάλεια; Το έθνος “Μεσίας” εντάσσει μια ολόκληρη νησιωτική χώρα σε μια οικονομική και διοικητική φόρμα που το βολεύει.
Ο συγγραφέας μέσα από ένα ανθρωποκεντρικό μυθιστόρημα που περιέχει πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία, περιγράφει τη φρικαλεότητα που έχει υποστεί η Μαύρη Ήπειρος από τον πολιτισμένο κόσμο, που χορτάτος και ποδημένος παίζει παρτίδες σκάκι με πιόνια τα πεινασμένα παιδιά, τους νέους που τρέφουν την ελπίδα να ζήσουν καλύτερα, γέροντες που πεθαίνουν χωρίς εργασία από εξάντληση και ασθένειες, με το φάντασμα του δουλεμπορίου να σκοτεινιάζει το παρελθόν τους. Οι βασικοί χαρακτήρες του βιβλίου είναι νέοι, με όραμα και όνειρα, με την ανάγκη να ερωτευθούν, και αγκιστρώνονται στην ελπίδα του καλύτερου μέλλοντος, ενώ γύρω ο κόσμος τους καταρρέει και μεταλλάσσεται. Τις μεγάλες σοφίες όμως τις διηγούνται οι γεροντότεροι, που γνώρισαν και συχνά αφηγούνται την πρότερη κατάσταση, που όσο φαύλη και σαθρή, όσο φρικιαστική κι αν ήταν κάποιες φορές, φάνταζε καλύτερη, γιατί το χρήμα, -μαύρο και ματωμένο, ναι- μοιράζονταν σε περισσότερους. Οι ντόπιοι έβρισκαν δουλειές, κατάφερναν να επιβιώσουν και για τα καθόλου φιλόδοξα και μεγαλόπνοα σχέδιά τους σχεδόν ευημερούσαν.

http://www.promith.gr/product/αλλεσ-ζωεσ-αμπντουλραζακ-γκουρνα-abdulrazak-gurnah/

Σε πρώτο πλάνο είναι η εξαθλίωση, διακοσμημένη με έναν παραδοσιακό ρομαντισμό που λειτουργεί λίγο σαν φόβητρο. Για να παραμείνουν -για παράδειγμα- στους γνωστούς τους χώρους που ενδεχομένως τους παρείχαν κάποια ασφάλεια έπρεπε οι θρύλοι να είναι τρόπος ζωής και αντικίνητρο για περιπλανήσεις.
Πολύ σημαντικό ρόλο στην υπόθεση έχει η σχέση των δύο νέων και όλη η κοινωνική ισορροπία που επικρατούσε εκείνη την περίοδο. Η γυναίκα, ο άντρας, η δουλειά, η οικογένεια, η θρησκεία. Μια γραμμή, μια διαδικασία, μια συνήθεια μέσα από την οποία οι άνθρωποι παρέμεναν σε ομάδες. Παρόλα αυτά κάποιοι “δραπέτευαν” και κάποιοι αναπολούσαν τις σχέσεις που είχαν αναπτύξει με τους ξένους που είχαν φύγει και έμοιαζε σαν καρβουνάκι που θα κρατούσε την ελπίδα τους ζεστή. Πολύ σημαντική και ενδεικτική είναι η συζήτηση του ζευγαριού για τον Γερμανό πάστορα και τον χωρισμό.

Το βιβλίο μεταφέρει πολλά ιστορικά στοιχεία, τα οποία η Δύση μέσα στη φιλαρέσκειά της αγνοεί. Κυρίως όμως ασχολείται με τον ίδιο τον άνθρωπο και τη γεμάτη αντιφατικές εκφράσεις φύση του. Η αφήγηση διατρέχει μια έκταση συναισθημάτων και πράξεων που ξεκινάει από το απόλυτο καλό και φτάνει μέχρι την φρικαλεότητα και την αυτόματη αποδοχή της.
Η γραφή είναι στρωτή. Οι λέξεις έχουν μια ιδιαίτερη δυναμική. Η έμφαση και η ένταση μεταφέρεται μέσα από λόγια απλοϊκών ανθρώπων που διαπιστώνουν το παρόν τους άλλοτε με φρίκη και θυμό και άλλοτε με εγκαρτέρηση, αναπολώντας. Οι αντιθέσεις επίσης είναι στοιχείο και παράγοντας πρόκλησης του συναισθήματος του αναγνώστη.

Βεβαίως, ο Γκούρνα είναι ένας άνθρωπος που “διασώθηκε” από την αποικιοκρατική Αγγλία. Ζει εκεί και έχει -όπως είναι λογικό- εμποτιστεί με τα ήθη και τη νοοτροπία της χώρας. Η επιείκειά του προς αυτήν είναι αμυδρά εμφανής.

Χωρίς να μπορώ να έχω μια σφαιρική άποψη για τον συγγραφέα και το σύνολο του έργου του, θεωρώ ότι αυτό το βιβλίο τουλάχιστον, αποδίδει ακριβώς την αιτιολόγηση της βράβευσής του από την Σουηδική Ακαδημία και πέρα από αυτό αξίζει τον κόπο να διαβαστεί από πολλές περισσότερες από 5.000 χιλιάδες άτομα.
Β.Μ.

* Η Ζανζιβάρη είναι ένα νησί στην Κεντρική Ανατολική Αφρική, νοτίως της Κένυα. Οι αρχαίοι Έλληνες την γνώριζαν με το όνομα Μενουθιάς.

Red Colobus Monkey (Procolobus kirkii) in Jozani Forest, Zanzibar, Tanzania

Η Ευρωπαϊκή παρέμβαση ξεκινάει με την άφιξη του Βάσκο Ντε Γκάμα το 1498. Από το 1504 και για 2 περίπου αιώνες παρέμεινε υπό Πορτογαλική κατοχή. Τον 17ο αιώνα αποτελούσε μέρος της Νότιας Αραβικής Πολιτείας του Μουσκάτ-Ομάν. Ανεξαρτητοποιήθηκε το 1861 και έγινε Σουλτανάτο με τεράστια οικονομικά και εμπορικά οφέλη κυρίως από το εμπόριο σκλάβων και ελεφαντόδοντου. Η αλήθεια είναι ότι η περιοχή τόσο η παράλια όσο και η ενδοχώρα -εκεί που σήμερα βρίσκεται η μεσόγεια Τανζανία- μαρτύρησε από την διεξαγωγή του δουλεμπορίου. Στα 1888 η Μεγάλη Βρετανία και η Γερμανία ερίζουν για την επικυριαρχία και τον έλεγχο αυτών των παραγόντων πλούτου και εν τέλει μοίρασαν τη χώρα και το οικονομικό όφελος.

Το 1890 οι Βρετανοί έκαναν μεγάλο μέρος του νησιού Βρετανικό Προτεκτοράτο και κατάφεραν να μειώσουν το δουλεμπόριο που είχαν ήδη αποκηρύξει. Όταν μετά τον συντομότερο πόλεμο της ιστορίας -μόλις 38 λεπτά- που έλαβε χώρα το 1896 μεταξύ Βρετανών και του Σουλτάνου Χαλίντ, την εξουσία έλαβε ο μετριοπαθής Χαμούντ και για αρκετά χρόνια το νησί ζούσε σε ηρεμία καταργώντας επίσημα τη δουλεία, αν και στην πράξη χρειάστηκαν πολλά χρόνια ακόμα.
Από το 1913 έως και το 1963 οι Βρετανοί εγκαθιστούν ένα χαλαρότερο καθεστώς και ευνοούν τον εποικισμό του νησιού από Βρετανούς. Το 1963 η Ζανζιβάρη γίνεται ανεξάρτητο κράτος, μέλος της Βρετανικής κοινοπολιτείας. Το 1964 το καθεστώς του Σουλτανάτου ανατρέπεται από αριστερές δυνάμεις και υπογράφεται κοινή πράξη συγχώνευσης με την Ταγκανίκα. Σήμερα το κράτος αυτό ονομάζεται Τανζανία. Δυστυχώς το νησί αυτό δεν ευτύχησε να βρει ηρεμία ούτε και στον 21ο αιώνα. Η βία και οι ένοπλες συγκρούσεις οδήγησαν μεγάλο αριθμό του πληθυσμού να ζητήσει άσυλο στην Κένυα και αλλού. Από το 2010 με το δημοψήφισμα και την αλλαγή του συντάγματος, η κατάσταση είναι πιο ήπια, ο τροπικός όμως αυτός παράδεισος, τουριστικός προορισμός για τους δυτικούς και τόπος μαρτυρίου για τους ντόπιους είναι μια βόμβα έτοιμη να εκραγεί.
Εκτός από τον Αμπτουλραζάκ Γκούρνα στη Ζανζιβάρη γεννήθηκε και ο Φαρόχ Μπουλσάρα (κατά κόσμο Φρέντι Μέρκιουρι).

**Για να θυμηθούμε την ιστορία, το 2018, μάταια περιμέναμε τον Οκτώβρη την ανακοίνωση της Σουηδικής Ακαδημίας για τον νικητή του Βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας. Για λόγους παρενόχλησης και γενετήσιας προσβολής ανάμεσα στα μέλη της επιτροπής και οικονομικών σκανδάλων, δεν έγιναν οι συνεδριάσεις και οι ψηφοφορίες, οπότε δεν υπήρξε ανακοίνωση, δεν είχαμε νικητή. Την επόμενη χρονιά απονεμήθηκαν δύο βραβεία Νόμπελ, ένα στην Τόκαρτσουκ για την “νεκρή” χρονιά και ένα για τον Χάντκε το 2019 που ήταν όντως η σειρά του.

Posted on

Συναντήσεις της Λέσχης Ανάγνωσης για την περίοδο 03/10/21 – 27/06/22

ΞΕΚΙΝΑΜΕ!

3 Οκτωβρίου η πρώτη διαδικτυακή μας συνάντηση για την περίοδο! Οι συναντήσεις μας θα γίνουν μέσω της πλατφόρμας ΖΟΟΜ. Φέτος η Λέσχη Ανάγνωσης θα ασχοληθεί με την Ελληνική Επανάσταση. Ακολουθεί το πρόγραμμα των συναντήσεων και η αίτηση συμμετοχής.
Aitisi_symmetoxhwf

Posted on

Η ΑΝΟΙΞΗ ΣΤΗ ΛΕΣΧΗ, Ο ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟΣ ΡΟΜΑΝΤΙΣΜΟΣ, ΤΑ ΚΗΤΗ ΚΑΙ ΕΝΑ ΑΠΟ ΤΑ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΕΡΑ ΒΙΒΛΙΑ

ΕΝΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΑΡΙΣΤΟΥΡΓΗΜΑ         
ΜΟΜΠΙ ΝΤΙΚ – ΧΕΡΜΑΝ ΜΕΛΒΙΛ

ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ GUTENBERG & PENGUIN

26/04/21
Ένα από τα καλά της λέσχης, είναι ότι μέσα από αυτή μας δίνεται η ευκαιρία να διαβάσουμε βιβλία που κάτω από άλλες συνθήκες δεν θα τα πιάναμε καν. Έχοντας μείνει αρκετά στην Ευρώπη και στην περίοδο του ρομαντισμού φέτος, είπαμε να κάνουμε ένα ταξίδι στην άλλη πλευρά του ωκεανού πριν επιστρέψουμε στη γηραιά ήπειρο για να κλείσουμε την περίοδο αυτή.
Η ομάδα αποφάσισε να ασχοληθεί με τον Μέλβιλ και το γνωστό -αλλά παραγκωνισμένο από την σύγχρονη κοινότητα αναγνωστών- Μόμπι Ντικ. Τα βιβλία θεωρίας και οι κριτικοί λογοτεχνίας το ανέφεραν ως ένα αριστούργημα όχι μόνο της Αμερικανικής αλλά και της παγκόσμιας πεζογραφίας.

(Σε αυτό το σημείο είναι απαραίτητο να σημειώσουμε ότι καταβάλουμε μεγάλο κόπο για να επιλέξουμε τα βιβλία της λέσχης, αφού πολλά από αυτά που ανταποκρίνονται στις περιόδους που εξετάζουμε είτε δεν μεταφράστηκαν ποτέ -αν είναι από άλλη γλώσσα- στα ελληνικά, είτε μεταφράστηκαν σε διασκευή, είτε έχουν εξαντληθεί -ξένα ή ελληνικά- και δεν επανεκδόθηκαν ποτέ).

Στη συγκεκριμένη περίπτωση λοιπόν, το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Gutenberg στην εξαιρετική και εμπνευσμένη μετάφραση του Α.Κ. Χριστοδούλου, για τον οποίο ό,τι και να πούμε θα είναι λίγο. Μετέφερε το κείμενο υπέροχα, απέδωσε με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια και πιστότητα τα νοήματα, την λεπτή ειρωνεία και τον μοναδικό σαρκασμό του μεγάλου συγγραφέα. Τόσο πολύ που μας ενθουσίασε η μετάφραση που ταυτόχρονα αναφερόμαστε στο πρωτότυπο κείμενο, όχι για να ψέξουμε τον μεταφραστή, αλλά αντιθέτως να εκτιμήσουμε την πραγματικά σπουδαία του δουλειά. Να σημειώσουμε ότι δεν πρόκειται για το ευκολότερο κείμενο, ούτε για κάτι το οποίο δεν θα αξιώσει χρόνο, αναζήτηση αλλά και συνδυαστικές γλωσσικές τεχνικές. Πρόκειται για ένα ιδιαίτερα λεπτοδουλεμένο βιβλίο με δύστροπο συντακτικό και πολλούς ναυτικούς όρους.

 

Όλοι οι συμμετέχοντες στην λέσχη, είχαν είτε διαβάσει κάποια από τις παιδικές διασκευές ή είχαν δει την ταινία. Κανείς μας δεν είχε διαβάσει το αυθεντικό κείμενο στην πρωτότυπη γλώσσα ή στην μετάφραση και κανείς μας βεβαίως δεν είχε υποψιαστεί τον πραγματικό πλούτο που έκρυβαν οι 912 σελίδες της ελληνικής έκδοσης και οι 684 της αγγλικής (πυκνότερη γραμματοσειρά γαρ). Στην πρώτη μας συνάντηση λοιπόν, έχοντας διαβάσει 8-10 κεφάλαια μόνο (το βιβλίο χωρίζεται σε 135 κεφάλαια) υπήρχε διάχυτος ένας πραγματικός ενθουσιασμός.
Ναι, είχαμε εκπλαγεί πολλαπλά και ευχάριστα.


Ο συγγραφέας, καταρχήν, είναι ένας άνθρωπος με αξιοσημείωτη φρεσκάδα στην έκφραση, με ιδιαίτερη ευαισθησία στις κοινωνικές και ταξικές του αντιλήψεις (πράγμα όχι αδικαιολόγητο αν κανείς διαβάσει τα βιογραφικά του στοιχεία), με ταλέντο στην λεκτική μεταφορά των συναισθημάτων και των προβληματισμών, με λεπτό και συγκεκριμένο χιούμορ και σαρκασμό. Οι περιγραφές του ενθουσιάζουν και σε κάνουν να απορείς πώς και κάτω από ποιο πρίσμα ένας ναυτικός μπορεί να παρατηρήσει πράγματα που περιγράφει με τόσο διεισδυτική ακρίβεια ο Μέλβιλ!
Επίσης σταθήκαμε αρκετά στο πώς αντιλαμβάνεται τον ιμπεριαλισμό, την οικονομική εξάρτηση και την επικοινωνιακή εκμετάλλευση της είδησης. Η έκφραση της κοσμοθεωρίας του, οι ρηξικέλευθες απόψεις του (για την περίοδο που ζει και γράφει) περί θρησκειών, πίστης, θρησκευτικών λειτουργών και αρχόντων, μας έκανε να ανοίξουμε τα μάτια διάπλατα. Μείναμε να διαβάζουμε εκστατικοί, απόψεις που εκφράστηκαν ανοιχτά περίπου 70 χρόνια αργότερα.
Σταθήκαμε για περίπου μισή ώρα να συζητάμε για την περιγραφή του παγωμένου οικισμού που ζούσε από την δραστηριότητα των φαλαινοθηρών και του τρόπου που μας μεταφέρονταν οι εικόνες και οι λεπτομέρειες, τις λέξεις που έχουν επιλεγεί, την αίσθηση που αποκόμισε ο καθένας από εμάς.
Άλλη τόση ώρα σταθήκαμε στα πολύ προσεχτικά επιλεγμένα ονόματα των πανδοχείων και τον λόγο που ενδεχομένως τα ονόμασε έτσι, αλλά και στην απόδοσή τους στα ελληνικά. Π.χ.: Peter Coffin = Πέτρος Φέρετρος και πολλά άλλα.
Επίσης θαυμάσαμε τον πλούτο και το εύρος των γνώσεών του, που δεν περιορίζονταν στα στοιχεία του άμεσου επαγγελματικού του ενδιαφέροντος. Π.χ. γίνεται μια αναφορά στον Ευρωκλύδωνα, ή Ευρακύλωνα (ΒΑ άνεμος), ο οποίος αναφέρεται έτσι στην περιγραφή των ταξιδιών του Απόστολου Παύλου, ενώ κυρίως ονομάζεται Γκρεγκάλε και παρατηρείται στην ανατολική Μεσόγειο. Ως ναυτικός βεβαίως ενδεχομένως να όφειλε να τον γνωρίζει, αλλά λόγω του ότι δεν μπορεί να συμβαίνει εκεί που αναφέρεται, το πιθανότερο είναι να κάνει μια σχετική επίδειξη γνώσεων, χωρίς αυτό όμως να μειώνει την αξία του εύρους τους.
Αυτό που διαβλέπουμε όμως, είναι ότι οι συναντήσεις και οι συζητήσεις για το βιβλίο αυτό θα κρατήσουν καιρό.

(Το παρακάτω, επιβεβαιώνει την τελευταία πρόταση του προηγούμενου κειμένου)

01/06/21
Δεν ξέρω αν άλλο βιβλίο μας έχει απασχολήσει τόσο πολύ…. (το “πολύ” και χρονικά, και ποσοτικά και ποιοτικά), και δεν είναι μόνο οι 900+ σελίδες του.

Έχουν περάσει 6 εβδομάδες και συνεχίζουμε να ασχολούμαστε με τον Μέλβιλ και το ταξίδι του στο χώρο, τον χρόνο, τη φιλοσοφία, τη λαογραφία, την ηθογραφία, στις θάλασσες της γνώσης και του στοχασμού. Αντιμετωπίζουμε πια με ακόμα μεγαλύτερο σεβασμό “τη φάλαινα” -όχι μόνο τον Μόμπι- σαν την προσωποποίηση και την υλοποίηση της μεγαλειώδους σοφίας που κρύβεται στα κύτταρά μας, ή της τερατώδους ανοησίας που κρύβεται πίσω από τον εγωτισμό μας.
“Ο ίδιος ο Μέλβιλ δεν θέλησε ποτέ να αναγνωσθεί ο Μόμπι Ντικ, ως μία αλληγορία για το καλό, ή το κακό.”
Υπάρχουν αμέτρητα αποσπάσματα, πολλές σημειώσεις, τσιτάτα και ιδέες που υπογραμμίζονται και διαβάζονται συνεχώς στη διάρκεια των συναντήσεών μας. Η γνώσεις του συγγραφέα, οι σχετικές με τις μυθολογίες, τις θρησκείες, τη φιλοσοφία, την ιστορία, αλλά και για τη ζωολογία, τη βιολογία την αστρονομία (ναυτικός γαρ) και άλλες φυσικές επιστήμες, είναι εκτενέστατες σε σημείο απόλυτου θαυμασμού. Ο Μέλβιλ είναι πανεπιστήμονας, ένας Λεονάρντο Νταβίντσι της λογοτεχνίας.
Συχνά, -λες και θα επιβεβαιωθεί η αμφιβολία μας που πηγάζει βέβαια από την σφαιρικότητα και την προοδευτικότητα των ιδεών και της γραφής- κοιτάζουμε την ημερομηνία συγγραφής του βιβλίου, επαναλαμβάνοντας… “αδιανόητο!” ή “τρομερή οπτική!” ή “το φανταζόσασταν;”.

Είναι απολύτως φυσικό και λογικό που ο Μέλβιλ δεν κατάφερε να εκτιμηθεί και να θαυμαστεί όσο του άξιζε στην εποχή του. Στην πραγματικότητα δεν είναι και πολύ σίγουρο αν και σήμερα μπορεί οι απόψεις και οι σκέψεις του να γίνουν αποδεκτές από τις τεχνολογικά προηγμένες, αλλά πολιτικο-κοινωνικά, θρησκευτικά και φυλετικά συντηρητικές και αγκυλωμένες κοινωνίες μας.
Την 1η Αυγούστου 1819, γεννιόταν ένας τιτάνας των αμερικανικών και παγκόσμιων γραμμάτων, ο Χέρμαν Μέλβιλ, που έμελε να κληροδοτήσει στην ανθρωπότητα δύο τεράστια κείμενα, το μυθιστόρημα «Μόμπι Ντικ» και το διήγημα «Μπάρτλεμπι, ο γραφέας», που ακόμη διαβάζονται με πάθος και ερμηνεύονται, συζητιούνται και ορθοτομούνται κριτικά με άσβεστο ζήλο.
Τρίτο από τα οκτώ παιδιά της οικογένειάς του, ο Μέλβιλ έχασε τον πατέρα του – ο οποίος είχε φαλιρίσει και χάσει όλη του την περιουσία – σε ηλικία 14 ετών ενώ δεν ήταν η μόνη απώλεια από την πατρική οικογένεια και μάλιστα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Για να κερδίσει τα προς το ζην χρειάσθηκε να εργασθεί σε πλήθος επαγγέλματα, έγινε ναυτικός, γύρισε τον κόσμο, τελικά στράφηκε στη φαλαινοθηρία, αιχμαλωτίσθηκε στις νότιες θάλασσες και κρατήθηκε από μία φυλή κανιβάλων και απέδρασε, μέχρι που άρχισε να γράφει.

Βαίνουμε προς το τέλος της συντροφιάς μας με τον Μέλβιλ και την Μεγάλη λευκή του φάλαινα και ήδη προβληματιζόμαστε για το τι βιβλίο θα επιλέξουμε να διαβάσουμε μετά από αυτό… Κάτι σχετικό κι ας είναι σε άλλη περίοδο και ρεύμα; Κάτι που ομοίως θα περιγράφει τη σύγκρουση του ανθρώπου με τον Θεό του, δηλαδή τον εαυτό του, όπως αυτή του Χέμινγουέϊ με το δικό του “ψάρι”, ή θα συνεχίσουμε με τον Μέλβιλ και τον “Μπάρτλεμπι” τον προ-Καυκικό ήρωα του εγκλωβισμού και της αυτιστικής πολυτέλειας της θλίψης; Μήπως να πάμε στον Έντγκαρ Άλαν Πόε και τον “Αρθουρ Γκόρντον Πιμ”;  Ή τελικά να κάνουμε το μεγάλο άλμα έξω από την συναισθηματική ροπή μας και για να συνεχίσουμε με τους λοιπούς συγγραφείς της περιόδου;
Μάλλον θα αποφασίσουμε στην επόμενη, τελευταία συνάντηση με τον Μέλβιλ, τον Μόμπι Ντίκ, τον Αχάαβ, τον Κουικγουέγκ, τον Στάμπ και τους υπόλοιπους συνταξιδιώτες τους.

Posted on

ΑΠΟ ΤΗ ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΚΗ ΛΕΣΧΗ ΤΗΣ ΔΕΥΤΕΡΑΣ 9/11/20, Λουντβιχ Τηκ, Οι πολυτέλειες της ζωής

Λουντβιχ Τηκ, Οι πολυτέλειες της ζωής
Μετάφραση: Έλενα Νούσια, Εκδόσεις Ύψιλον

Τελείωσα την πρώτη ανάγνωση των τριών διηγημάτων και της νουβέλας του Λούντβηχ Τήκ.
Για να είμαι ειλικρινής ήταν η πρώτη μου επαφή με τον γερμανικό ρομαντισμό, εκτός από κάποια ποιητικά του Novalis και αποσπάσματα από τις Εκλεκτικές Συγγένειες του Γκαίτε. Τον δε “Φάουστ” τον είχα δει ως θεατρικό. Μέχρι εκεί.
Ο “Βασιλιάς του Γερμανικού Ρομαντισμού” όμως, Λούντβιχ Τηκ, ομολογώ ότι με εξέπληξε.
Αρχικά, εκτίμησα την στρωτή γλώσσα που κυματίζει ανάμεσα στο λογοτεχνικό και το λόγιο, χωρίς όμως να είναι εξεζητημένο. Σε αυτό οφείλω να ομολογήσω ότι έχει προφανώς συμβάλει αποφασιστικά και η εξαιρετική μετάφραση της Έλενας Νούσια.

Εξετάζοντας ένα-ένα τα έργα που συμπεριλαμβάνονται σε αυτό το τομίδιο σημείωσα τα εξής:

α) Στο πρώτο διήγημα “Μάγια του έρωτα”, παρατηρείται μια ατμόσφαιρα σκοτεινή, μυστηριακή, γεμάτη από εναλλασσόμενες εικόνες και ανάμεικτα συναισθήματα, ενώ ταυτόχρονα έχουμε την σκιαγράφηση τριών εντελώς διαφορετικών και αντιφατικών μεταξύ τους χαρακτήρων που όμως συνδέονται σε έναν αέναο κύκλο. Ο κύκλος αυτός σπάει απότομα, σχεδόν χωρίς προειδοποίηση και χωρίς ο ήρωας να μας προετοιμάσει για αυτό. Η λύση παρόλο που είναι τραγική είναι λυτρωτική. Η λύτρωση που δίνεται στην αρχαία ελληνική τραγωδία, και με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Θάνατος – τιμωρία – δικαιοσύνη. Το διήγημα συχνά θυμίζει τα βρετανικά γοτθικά λογοτεχνικά έργα με τις μεταφυσικές προεκτάσεις.

Λούντβιχ Τηκ
Λούντβιχ Τηκ

β) Στο δεύτερο διήγημα “Τα ξωτικά” αρχικά έχουμε μια ατμόσφαιρα τρυφερή και γλυκιά με υποβόσκουσα σκοτεινιά όπως τα παραμύθια των αδερφών Γκριμ ή ακόμα και τα σύγχρονα λογοτεχνήματα ηρωικής φαντασίας. Οι περιγραφές είναι τόσο ζωντανές χωρίς να γίνονται υπερβολικές και μοιάζει να είναι προβολές εικόνων από το ίδιο μας το μυαλό. Κάποιες στιγμές οι περιγραφές, μου θύμισαν τις ¨Φράουλες” του Γιόζεφ Ροτ. Επίσης το απρόσμενο κάνει την εμφάνισή του την κατάλληλη στιγμή χωρίς υπερβολές. Βεβαίως δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός ότι πρόκειται σαφώς για ένα αλληγορικό διήγημα που στόχο έχει να μας δείξει ότι παρόλο που ο κόσμος κάνει μεγάλη φαινομενική προσπάθεια να ξεφύγει από την δυστυχία, την αδικία και την ασχήμια, παρόλο που υπάρχει τρόπος, η απληστία και η αδηφαγία του ανθρώπου τον καθιστά ανάξιο και ανίκανο να γίνει κοινωνός της και να ζήσει αυτή την πληρότητα. Χαρακτηριστική είναι η φράση: “ Δεν φταις εσύ, γλυκιά μου καρδιά, μα ποτέ τους δεν θα βάλουν μυαλό, όσο έξυπνοι κι αν θαρρούν πως είναι.”
Συμβολίζει ακόμα τους μοιραίους κύκλους της ζωής, την αξία της αθωότητας και της καλοσύνης και την “αγοραστική” και όχι ουσιαστική αξία των αντικειμένων, έναντι των θαυμάτων που επιτελεί η ίδια η φύση αυτή καθαυτή, όσο και οι αρχέγονες αξίες πριν την αλλοτρίωση. Ζητήματα που για εμένα ανακύπτουν και περιγράφονται ως: ρατσισμός, δυσπιστία, αγνωμοσύνη, αλλοτρίωση, φιλαργυρία.

γ) Το τρίτο διήγημα “Το κύπελλο” είναι ένα ηθογραφικό αριστούργημα. Μία μικρή πραγματεία στον έρωτα και στις σχέσεις. Επίσης με πιο ρεαλιστικούς όρους, διαπραγματεύεται τις ουσιαστικές αξίες της ζωής, έναντι των κοινωνικών συμβάσεων που επιβάλλονται από την δύναμη που παράγει ο πλούτος. Βρίσκεται σε φανερή αντίθεση το ιδεατό με το πρακτέο, το ιδανικό με το αποδεκτό. Στον ίδιο άξονα με τα “ξωτικά” υπάρχει η αντίθεση της αθωότητας με την προκατάληψη και η απώλεια της μοναδικής ευδαιμονίας εξαιτίας των τυπικών συμβάσεων. Και κυρίως, η υπόσχεση που δεν κρατήθηκε. (τρίτη φορά που συναντούμε αυτή την συγκυρία στο βιβλίο αυτό).
Οι χαρακτήρες; Μοναδικοί. Ο γέροντας που αποδεικνύεται ότι κρύβει στο μυαλό και στην ψυχή του συσσωρευμένο το νόημα του κόσμου. Καθορίζει τους όρους του “άλλου” παιχνιδιού. Εμφανίζεται πράος αρχικά, μέχρι το “ολίσθημα”, όπου αφήνει να ξεπεταχτεί ο έντονος θυμός, να φανεί η ανισορροπία που προκαλείται από την εκτός “ορίων” πράξη. Ο νεαρός Φέρντιναντ, ερωτευμένος που λειτουργεί ενστικτωδώς, εγκλωβίζοντας την παρόρμηση στην περιοριστική γυάλινη σφαίρα της “λογικής” και της σύμβασης. Ο Λέοπολντ, η Αγάθη, η μητέρα, όλοι ορμώμενοι από μια αγνή κινητήρια δύναμη, την αγάπη, βάζουν τα κάγκελα που φυλακίζουν το μυαλό του Φέρντιναντ. Γιατί; Γιατί η κοινωνική σύμβαση συχνά υπερισχύει. Γιατί η ζωή εκτός του πλαισίου που επικρατεί χαρακτηρίζεται περιθώριο και δημιουργεί συναισθηματικά και πρακτικά προβλήματα. Λύτρωση; Η αποκάλυψη της αλήθειας την τελευταία στιγμή. Η διαφορά με την αρχαία ελληνική τραγωδία είναι ότι την τραγικότητα οι ήρωες και οι αναγνώστες την βιώνουν ταυτόχρονα.

δ) Η νουβέλα με τον ομώνυμο τίτλο όμως είναι η μεγάλη έκπληξη. Ένα εξαιρετικό κείμενο, δομημένο αριστοτεχνικά. Οι χαρακτήρες είναι αντιφατικά υπέροχοι. Η ατμόσφαιρα ιδιαίτερη και η γραφή δεν ανταποκρίνεται ακριβώς στο ρεύμα του ρομαντισμού. Τον υπερβαίνει.
Πρόκειται για μια νουβέλα σφιχτή. Γεμάτη με τα θεμελιώδη προβλήματα της εποχής στην οποία διαδραματίζεται, αλλά παράλληλα ίπταται σε ένα διαχρονικότερο επίπεδο.
Αγκαθωτά πλέγματα γύρω από την εσωτερική αναζήτηση του ήρωα, η οικονομική και κοινωνική επιφάνεια, η δύναμη, η αντίθεση του συναισθήματος με το κοινωνικά ζητούμενο.
Μια καφκική ιστορία, εκατό χρόνια πριν τον θεμελιωτή της καφκικής άποψης. Μέσα από τις σελίδες αυτής της νουβέλας έζησα πάλι τον “Πύργο”, το “Κτίσμα”… Ο επιφορτισμένος με την φύλαξη της σκάλας που ζει το δικό του δράμα, τη δική του φυλακή στον ειδικό του σκοπό. Ζητά την τυφλή και αδιαμφισβήτητη αγάπη και αφοσίωση, ενώ ο ίδιος αποκρύπτει την αλήθεια από την αγαπημένη του “για το καλό της” και κυρίως για αυτή καθαυτή ΤΗΝ σκάλα. Ζει μέσα στην περίμετρο της υπόθεσης αλλά βιώνει την ίδια την απομόνωση από αυτή, μέσα από τον μικρό του κλωβό.
Δυνατός χαρακτήρας εμφανίζεται η υπηρέτρια που ακολουθεί το ζευγάρι στο φευγιό του και ξενοδουλεύει για να στηρίξει τον αφέντη της. Η απόδειξη της πλήρους και αδιάλλακτης αφοσίωσης. Η αποδοχή χωρίς αμφισβήτηση και χωρίς ενδοιασμούς. Το κίνητρο είναι το χρέος και το συναίσθημα, ενώ οι εναλλακτικές σχεδόν δεν υπάρχουν στο δικό της μυαλό.
Και βέβαια το “εργαλείο” της εξέλιξης, γίνεται ένα βιβλίο και ένα χειρόγραφο τα οποία διασταυρώνουν τους δρόμους τους με τους ήρωες στη διάρκεια της ανάγνωσης.
Η νουβέλα τελειώνει (πρωτοφανώς) με μια χροιά αισιοδοξίας (σήμερα θα μπορούσαμε να το ονομάσουμε και happy end) και με ένα φιλοσοφικό ερώτημα:
Ποιο είναι άραγε το νόημα της ανθρώπινης ζωής, των αναγκαίων, των περιττών και των μυστηρίων της;
Και πώς τελικά καταφέρνει ο Λούντβιχ Τηκ να μας κάνει ακριβώς αυτή την ίδια ερώτηση σε όσα έργα εξετάσαμε ως τώρα κινούμενος σε διαφορετικά χωράφια, σε διαφορετικά σκηνικά, σε αντιφατικούς χαρακτήρες και καταστάσεις συντηρώντας το ίδιο δίπολο: συναίσθημα ενάντια στην σύμβαση;
Και έτσι επιβεβαιώνεται και ο ρομαντισμός: Ο άνθρωπος και το συναίσθημα στο επίκεντρο. Μόνο που ο Τηκ αναφέρει και τις συνέπειες ως αμοιβή ή τιμωρία -συνήθως το δεύτερο.

Εκπληκτικό δε, είναι το επίμετρο της Κατερίνας Μητραλέξη όσο και αυτό της Έλενας Νούσια, που αμφότερα μας βάζουν όχι μόνο στο πνεύμα του ίδιου του συγγραφέα αλλά και στην ουσία του Ρομαντισμού ως ρεύμα, περιγράφοντας ταυτόχρονα τις προεκτάσεις του.
Θεωρώ ότι στάθηκα πολύ τυχερή να έχω διαβάσει αυτό το βιβλίο και να το συζητώ με τους υπολοίπους συμμετέχοντες στην αναγνωστική μας λέσχη.
Β. Μανουσαρίδου
(μέλος της λέσχης)

Με τρόμο συνειδητοποίησε πως εξισώνοντας την ύπαρξή του, όπως είχε ήδη κάνει, με τους νεκρούς, είχε αποκοπεί από τους ζώντες. Απογυμνωμένος από κάθε γήινη ελπίδα, κατέληξε όσο φτωχός και όσο θνητός όσο ποτέ άλλοτε στη ζωή του.

[…]  Είναι πολλές οι φορές που η περιγραφή είναι τόσο ζωντανή και πολύχρωμη, που εάν πάρεις ένα πινέλο μπορείς να αποτυπώσεις ζωγραφικά την όλη σκηνή. Τα γεγονότα στις ιστορίες του έχουν κλιμάκωση, από την δολοφονία του μωρού, που σε παραπέμπει σε τελετές μαύρης μαγείας και κυνήγια μαγισσών, στην ηρεμία της χώρας των ξωτικών και την γαλήνη, όπου όμως επέρχεται η τιμωρία μόλις η κοινή θνητή αποκαλύψει το μυστικό τους. Εδώ θυμίζει αποσπάσμα από την ελληνιστική ποίηση, συγκεκριμένα την τιμωρία -τύφλωση του Τειρεσία από την Θεά Αθηνά, όταν αυτός την είδε γυμνή να παίρνει το λουτρό της με την Χαρικλώ τη μητέρα του. Η Θεά τον τιμώρε γιατί παρέβη τον άγραφο νόμο ότι ουδείς θνητός μπορεί να δει τους Θεούς παρά μόνο εάν εκείνοι το θελήσουν. Η ιστορία με το κύπελο μας μεταφέρει στον κόσμο της μαντείας και με πρωταγωνιστή το κύπελο ξανασυναντιόνται χρόνια μετά οι δύο ερωτευμένοι που είχαν χωρίσει τόσο άδοξα, πολλά χρόνια πριν. Και στο τέλος, η αγάπη του ζευγαριού, το “αγαπώ” τους, κλεισμένο ερμητικά πίσω από τους τοίχους οτυ σπιτιού, αποκομμένοι στο τέλος στον επάνω όροφο, αυτοί και το “αγαπώ” τους! Και εδώ η κορύφωση φτάνει με την εμφάνιση του πλούσιου φίλου ο οποίος τους βγάζει από την δεινή οικονομική κατάσταση στην οποία είχαν περιέλθει.
Γρηγόρης Καραθανάσης
(μέλος της λέσχης)

 

Ο Λούντβιχ Τηκ υπήρξε ένας μορφωμένος συγγραφέας, μεταφραστής, κριτικός λογοτεχνίας και Συλλέκτης Παραμυθιών. Ενδεχομένως αυτό καθαυτό να μας εξηγεί τον τρόπο που επιλέγει (μαζί με τους υπόλοιπους ρομαντικούς) να μας αφηγηθεί τις ιστορίες του. Αλλά και το παραμύθι παίρνει τη νεώτερη μορφή τους από τους ρομαντικούς της κεντρικής Ευρώπης.

Γεννήθηκε στο Βερολίνο το 1773 ενώ πέθανε το 1853 σχεδόν στην περίοδο της δύσης του ρομαντισμού και της ανάδυσης του ρεαλισμού.
Φοίτησε σε διαφορα πανεπιστήμια μεταξύ των οποίων και το Πανεπιστήμιο του Γκετινγκεν πόλη στην οποία υπάρχει και το Ινστιτούτο Γκαίτε.
Ανάμεσα στις σημαντικές του μεταφράσεις είναι και ο Δον Κιχώτης.΄
Έφυγε σε μεγάλη ηλικία έχοντας υποστεί μεγάλες απώλειες αφήνοντας όμως ένα τεράστιο έργο.

Υπήρξε πολυγραφότατος και ένας από τους βασικούς θεμελιωτές του Γερμανικού Ρομαντισμού.
Έργα του:

1795, Αμπνταλλάχ
1795-1796, Μια ιστορία χωρίς περιπέτειες, 2 τόμοι, (με το ψευδώνυμο Πέτερ Λέμπρεχτ)
1795-1796, Η ιστορία του κυρίου Γουίλιαμ Λόβελ, 3 τόμοι
1797, Φιλολογική επιμέλεια της συλλογής Ξεχειλίσματα καρδιάς ενός φιλότεχνου μοναχού του Χάινριχ Βάκενροντερ
1797, Οι Επτά Σύζυγοι του Κυανοπώγωνα. Μια αληθινή οικογενειακή ιστορία. (Με το ψευδώνυμο Γκότλιμπ Ντάγερ)
1797, Λαϊκά παραμύθια, 3 τόμοι
1797, Η ιστορία αγάπης της όμορφης Μαγκαλόνα και του Πέτρου, κόμη της Προβηγκίας
1798, Οι περιπλανήσεις του Φραντς Στέρνμπαλντ, 2 τόμοι
1799, Επιμέλεια του έργου Στοχασμοί περί τέχνης, για τους λάτρεις της τέχνης του Χ. Βάκενροντερ
1799, Ο Πρίγκιπας Τζερμπίνο, ή το ταξίδι με το καλό γούστο
1799-1800, Ρομαντικά λογοτεχνήματα, 2 τόμοι
1801, μετάφραση του Δον Κιχώτη
1802-1804, Ο αυτοκράτορας Οκταβιανός
1811, Παλαιό αγγλικό θέατρο, 2 τόμοι
1812-1816, Φαντάζους, 3 τόμοι
1821-1823, Ποιήματα, 3 τόμοι
1826, Δραματουργικά φύλλα, 2 τόμοι, (1852, 3ος τόμος)
1826, Η εξέγερση των Σεβεννών
1828, Ο γέρος του βουνού
1828, έκδοση των Απάντων του ποιητή Τζάκομπ Μίκαελ Ρέινολντ Λεντς, 3 τόμοι
1829, Το μαγεμένο κάστρο
1831, Ο υπνοβάτης
1831, Η εμποροπανήγυρη
1831, Η σύναξη των μαγισσών
1833, Ένα καλοκαιρινό ταξίδι και Ο θάνατος του ποιητή
1836, Ο νεαρός ξυλουργός, 2 τόμοι
1839, Η αφθονία της ζωής
1839, ολοκληρωμένη έκδοση όλων των δραμάτων του Σαίξπηρ, 12 τόμοι
1840, Βιττόρια Ακκορομπόνα, 2 τόμοι
1846, έκδοση των Απάντων του Νοβάλις και του Κλάιστ
1848-1852, Κριτικό έργο, 4 τόμοι
1855, Μεταθανάτια γραπτά. Επιμέλεια και σταχυολόγηση από τον Ρούντολφ Καίπκε, 2 τόμοι

Στα ελληνικά έχουν μεταφραστεί και κυκλοφορούν τα:
Ο ΞΑΝΘΟΣ ΕΚΜΠΕΡΤ – ΤΟ ΡΟΥΝΕΝΜΠΕΡΓΚ και
ΟΙ ΠΟΛΥΤΕΛΕΙΕΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ

Posted on

ΓΑΜΟΣ ΓΙΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΗΣΗ – ΤΑΧΑΡ ΜΠΕΝ ΖΕΛΟΥΝ, TAHAR BEN JELLOUN, ΕΚΔΟΣΕΙΣ GEMMA

Όταν έπιασα το βιβλίο στα χέρια μου, απλά για να το δω λίγο, πριν το περάσω στο σύστημα και το τοποθετήσω στο ράφι, δίπλα στα δίδυμα αδέρφια του, έπιασα τον εαυτό μου να το ζυγίζει λίγο, και να το κοιτάει με αρκετά “λάγνο” βλέμμα. Η υπόθεση με είχε ήδη αρπάξει από το χέρι και με έτρεχε στον μονόδρομο που οδηγούμαστε όλοι οι παθολογικοί αναγνώστες όταν το βιβλίο τρέχει μπρος ενώ σαν αιλουροειδή ορμάμε να πιάσουμε τη “λεία” μας και να την ξεκοκαλίσουμε.
“Όχι, όχι τώρα”, προσπάθησα να επαναφέρω τον λαίμαργο εαυτό μου. “Άλλωστε αυτή τη στιγμή στη λέσχη, διαβάζουμε τον Αδριανό (Αρδιανού απομνημονεύματα – Μαργκερίτ Γιουρσενάρ) και είναι βιβλίο που αξίζει την αφοσίωσή σου και την πλήρη προσοχή σου. Μην αρχίσεις πάλι τα σκορπίσματα…”
Βεβαίως, όπως κάθε βιβλιολάτρης, έχω απίστευτες διαφορετικές λίστες με βαθμίδες προτεραιότητας και το βιβλίο μπήκε στη λίστα των “high priority” και μάλιστα σε ψηλή θέση (στην πρώτη πεντάδα). Στο κάτω-κάτω με τον Ταχάρ Μπεν Ζελούν έχουμε παλαιότατη γνωριμία, ακόμα από το “Προσευχή της Άμμου”, “Κορίτσι της Άμμου”, “Ιερή Νύχτα” κλπ, αλλά και μέχρι τον “Ρατσισμό” και την “Οικογενειακή ευτυχία”, οπότε δικαιωματικά και αυτονομιστικά αξιώνει τη θέση του. Έτσι λοιπόν, τελειώνοντας με τον Αδριανό, επιλέξαμε να κάνουμε στη λέσχη Ίταλο Καλβίνο τον οποίο αγαπάω πολύ μεν, αλλά επειδή ο ίδιος είναι ένας διακριτικός αν και αμείλικτος παρατηρητής, σε αφήνει να κάνεις τους περιπάτους σου σε άλλα βιβλία ανάμεσα στις ιστορίες του.
Με τη διαφορά ότι δεν ήταν ακριβώς περίπατος, αλλά “επικίνδυνη αποστολή”.
Το θέμα αυτό καθαυτό ήταν πολύ ενδιαφέρον, προκλητικό θα μπορούσα να πω. Από τις πρώτες κιόλας σελίδες, συνειδητοποίησα ότι ο συγγραφέας έχει αρκετά πράγματα να πει κι ότι θα απαιτούσε την πλήρη αφοσίωσή μου.
Η υπόθεση για εμάς τους Δυτικούς είναι πολύ ιδιαίτερη, μας ξενίζει ή ακόμα μας προκαλεί αισθήματα αγανάκτησης και δυσανασχέτησης. Η ηθική μας, παραμένει άκαμπτη και ισχυρά επηρεασμένη από τις διδαχές του χριστιανισμού. Επίσης ο φυλετικός ρατσισμός είναι αρκετά ενισχυμένος, παρόλο που προσπαθούμε να προβάλουμε ένα προωθημένο πολιτισμικό επίπεδο, ανοιχτό μυαλό και διάθεση αποδοχής της διαφορετικότητας των συνηθειών και των ηθών άλλων λαών. Στην ουσία αυτό είναι βιτρίνα και παραμένουμε βαθιά αγκιστρωμένοι σε λογικές που απέχουν πολύ από αυτές που άλλα θρησκεύματα υιοθετούν για να δώσουν λύση σε προβλήματα που προκύπτουν από την αντίφαση που γεννιέται ανάμεσα στην ηθική θεωρία και την πράξη σε συνθήκες πραγματικής ζωής.
Με πολύ περιέργεια λοιπόν αρχίζω να διαβάζω ένα βιβλίο, που όσο ο αριθμός των αναγνωσμένων σελίδων αυξάνει, τόσο περισσότερο νιώθω να βυθίζομαι σε σκέψεις που ο συγγραφέας έντεχνα εμφυτεύει στο μυαλό μου. Για παράδειγμα, η διαφορετική αντίληψη ενός δυτικού και μιας μουσουλμάνας για τον έρωτα, την ενοχή, τα πρωτόκολλα και τις κοινωνικές νόρμες.
«Μου συμβαίνει επίσης να ενδίδω στις επανειλημμένες κρούσεις του νεαρού Γάλλου γιατρού, που λέει ότι είναι τρελά ερωτευμένος μαζί μου και μου φέρνει γέλια. Όταν γέρνει επάνω μου, ιδρώνει από την κορυφή ως τα νύχια και γίνεται κατακόκκινος. Αυτό με φοβίζει. Μου λέει ότι συμβαίνει επειδή είναι ντροπαλός και νιώθει ενοχές. Μια μέρα του ζήτησα να μου εξηγήσει τι είναι η ενοχή. Μου διηγήθηκε ότι ήταν παντρεμένος με μια λευκή γυναίκα που τον περίμενε στην Ντιζόν και ότι, όταν έρχεται σε μένα, νιώθει σαν να του ρίχνει κάποιος γροθιές στην καρδιά, πονάει, έπειτα αυτός ο κάποιος αρχίζει να τον επιπλήττει, άδικα κλείνει τα αυτιά, τον ακούει να τον κατσαδιάζει, τότε σκύβει το κεφάλι και ζητά συγχώρεση από την Καμίλ, που έχει μείνει στην Ντιζόν. Αυτό σημαίνει ενοχή. Εγώ δεν ξέρω από γροθιές και κατσάδες. Του χαρίζω απόλαυση κι εκείνος μου δίνει πολλά φάρμακα τα οποία μοιράζω στη συνέχεια στα κοντινά μου πρόσωπα. Μια άλλη φορά μου χάρισε ένα άρωμα από το Παρίσι. Όταν το φορώ, νιώθω σαν τις γυναίκες που πουλάνε έρωτα, μυρίζει παράξενα, προτιμώ το κεχριμπάρι και το μόσχο που είναι φυσικά, προτιμώ το μαύρο σαπούνι και τον άργιλο ρασούλ που ο Αμίρ μού φέρνει από τη Φεζ.»

Τρομερό! Η λέξη ενοχή είναι άγνωστη! Η λέξη πάνω στην οποία στηρίχθηκε όλο το προτεσταντικό κυρίως οικοδόμημα έχει μια τόσο διαφορετική χροιά στον μουσουλμανικό κόσμο!
Ο Γάλλος νιώθει πως προδίδει την γυναίκα που έχει αφήσει πίσω, και που είναι προφανές ότι θα απατήσει σαρκικά λόγω απόστασης φυσικής και χρονικής, ενώ για την μικρή αυτό είναι κάτι φυσικό και λογικό, ενώ μαζί του παίζει ένα παιχνίδι ανταπόδοσης (σου δίνω-μου δίνεις) χωρίς ηθικούς φραγμούς. Ανήθικο φαίνεται να είναι κατά τα λεγόμενά της, το εμπόριο του έρωτα για χρήμα, το επάγγελμα.
Ο Γάλλος τιμωρεί τον εαυτό του γεμίζοντάς με τις τοξίνες των ενοχών, ενώ εκείνη η μικρή Σενεγαλέζα λειτουργεί με την πολύ απλή συνταγή της άμεσης συναισθηματικής ικανοποίησης, που της δίνουν την εσωτερική γαλήνη, και του ευθύγραμμου τμήματος αιτίου-αποτελέσματος: Μου αρέσει, το κάνω. Παίρνω αντάλλαγμα, δίνω. Δεν πληρώνομαι, δεν έχω ηθικό βάρος. Είμαι έγκυος, έχω χαρά (άσχετα με τον τρόπο που το παιδί (παιδιά στην προκειμένη) συνελήφθη.

Σε ένα άλλο σημείο αναφέρεται το εξής:
“Στην άφιξη του πρώτου βρέφους, η Μπατούλ έβγαλε έναν δυνατό αλαλαγμό, που ξύπνησε την κυρία της. Στο δεύτερο, φώναξε: “Αλλάχ Άκμπαρ!” Η Κένζα είχε μείνει άναυδη. Όπως το είχε προβλέψει, ήταν δίδυμα ασφαλώς, όμως το ένα από τα δύο ήταν μαύρο, πολύ μαύρο και κοκκινωπό. Στην πραγματικότητα, ο ένας ήταν πιο σκουρόχρωμος από τον άλλον, όμως μόνο μετά από λίγες μέρες φάνηκε καθαρά το χρώμα του δέρματός τους. Εκείνος που γεννήθηκε πρώτος ήταν λευκός, κατάλευκος και ο δεύτερος, μαύρος, κατάμαυρος.
Δεν είχε ξαναδεί ποτέ τέτοια περίπτωση ούτε καν είχε φανταστεί ότι κάτι τέτοιο ήταν δυνατό να συμβεί. Είπε:
“Είναι ένα σημάδι από τον Θεό! Μια ευλογία, ένα διπλό κεφάλαιο.”
Ο Αμίρ, πάρα πολύ συγκινημένος, είπε απλά:
“Χασάν και Χουσίν. Θα τους ονομάσω Χασάν και Χουσίν. Έτσι επιτάσσει η παράδοση.”
Συμβουλεύτηκε ξανά τον Μουλάι Αχμάντ, για το φαινόμενο αυτό. “Κανονικά, το χρώμα των παιδιών σου θα έπρεπε να είναι καφέ με γάλα, εδώ έχουμε από τη μια μεριά καφέ σκέτο, και από την άλλη, γάλα. Ο Θεός έχει τους λόγους του. Δέξου αυτό που σου έδωσε ο Θεός και πες στον εαυτό σου ότι είναι ένα σημάδι της καλοσύνης του. Ο Θεός έκανε τους ανθρώπους διαφορετικούς μεταξύ τους για να γνωρίζουν και να βοηθούν ο ένας τον άλλον. Δεν κάνει διάκριση ανάμεσα στον Λευκό και τον Μαύρο, ανάμεσα στον ξένο και τον γηγενή, ανάμεσα σε αυτούς από εδώ και σε εκείνους από εκεί, έτσι είναι.”

Η διαφορετικότητα είναι κάτι δεδομένο. Είναι αποδεκτό, είναι κατανοητό, είναι πεδίο δράσης του δυνατού πάνω στον αδύναμο. Κι εκεί βεβαίως βρίσκει εύφορο έδαφος ο δυτικός άνθρωπος να πράξει τις θηριωδίες του, που προκαλούνται από την ηθική καταπίεση, που ασκούν οι θρησκείες και κυρίως τα χριστιανικά δόγματα, επί δύο χιλιάδες χρόνια πάνω του.
Ο τεχνίτης Ταχαρ Μπεν Ζελουν κάνει έμμεσους υπαινιγμούς για αυτήν την φιλοσοφική και πολιτισμική διαφορά μεταξύ Ανατολής και Δύσης, μεταξύ Ισλαμισμού και Χριστιανισμού. Πιστεύει όμως ότι κατά βάση, η κουλτούρα μιας χώρας εξαρτάται αρκετά από την οικονομικο-πολιτική κατάσταση.
Πέρα από αυτό, ο συγγραφέας με την πολύ διεισδυτική ματιά και σκέψη, θέλει να δείξει ότι κανείς δεν είναι ασφαλής πουθενά. Αυτό που δίνει την ισχύ, κυρίως το χρήμα και το κοινωνικό στάτους, που συχνά καθορίζονται από διαφορετικούς παράγοντες, μπορεί να μετακινηθεί, να αλλάξει ή να σμικρυνθεί, και έτσι τροποποιούνται και οι συσχετισμοί. Και βέβαια, οι σταθερές αξίες που ο εύρωστος οικονομικά “κατακτητής” της εξουσίας έχει θέσει, σώζουν τον λευκό δίδυμο, ενσωματώνοντάς τον σε μια προνομιακή πραγματικότητα, ενώ ταυτόχρονα ο Μαύρος, γίνεται αποδέκτης όλου του ρατσισμού και της σκληρότητας του προνομιούχου ανθρώπου -τουλάχιστον όσο αφορά στο υλικό κομμάτι-, όπως είχε γίνει και η μητέρα του πριν από αυτόν, ενώ ταυτόχρονα την ίδια μοίρα λίγο ή πολύ, την ίδια πίεση, υφίσταται και ο γιος του ο Σαλίμ. Φαίνεται λοιπόν ότι ο χρόνος και η συμβίωση δεν είναι ικανά να ξεριζώσουν την προκατάληψη που τελικά εκφράζεται σαν στοιχείο γονιδιακής μνήμης.

Χαρακτηριστικό είναι το σημείο όπου ο Χουσίν ρωτάει τον νεαρό Αλενντελόν που δούλευε στον Εγγλέζο για τον ρατσισμό:
– Ο ρατσισμός είναι πρώτα απ’ όλα η φτώχεια. Αποφεύγω να συγχρωτίζομαι με Λευκούς και κυρίως αποφεύγω να τους ζητήσω οτιδήποτε. Είναι γεμάτοι προκαταλήψεις.

Όταν έκλεισα το βιβλίο, έχοντας διαβάσει και την τελευταία σελίδα, σιγουρεύτηκα ότι είχα διαβάσει ένα εξαιρετικό μανιφέστο κατά του ρατσισμού, δυνατό και ουσιαστικό, με όσο συναίσθημα χρειάζεται και όσο καταγγελτική διάθεση επιτρέπει ένα μυθιστόρημα της ποιότητας αυτής. Ίσως μέσα στην απλότητά του, Χασάν αντιπροσωπεύει τα εκατομμύρια των ανθρώπων που υφίστανται τη διάκριση, τη σκληρότητα και τον ρατσισμό, χωρίς να φταίνε, χωρίς να έχουν τα χαρακτηριστικά που τους αποδίδονται, χωρίς να μπορούν να αλλάξουν οτιδήποτε. Είναι περιχαρακωμένοι στο πλαίσιο που τους έχει ζωγραφίσει το κοινωνικό, οικονομικό, φυλετικό “μειονέκτημά” τους.
Το συστήνω ανεπιφύλακτα τόσο στους πολέμιους, όσο και τους θιασώτες οποιασδήποτε ρατσιστικής άποψης ή έκφρασης.
Μπορεί να δημιουργήσει έναν διαφορετικό πόλο στην οπτική του καθενός μας.

Ο Ταχάρ μπεν Ζελούν (Tahar Ben Jelloun) γεννήθηκε στη Φεζ (Μαρόκο), την 1η Δεκεμβρίου του 1947. Έχοντας φοιτήσει σε Γαλλο-αραβικό σχολείο στην ουσία μεγαλώνει ως δίγλωσσος. Σπούδασε ψυχολογία και ψυχοθεραπεία στην Σορβόνη. Άσκησε το επάγγελμα του ψυχοθεραπευτή, ενώ προφανώς η λογοτεχνία για αυτόν ήταν ένα αντίστοιχο όργανο έκφρασης και περιγραφής της ψυχικής νόσου, όπως άλλωστε υποστηρίζει και ο Φρόυντ.
Ο Ταχάρ Μπεν Ζελούν γράφει στα Γαλλικά για τον Αραβικό κόσμο μια θεωρεί ότι η γλώσσα είναι ένα εργαλείο και για να επιτύχεις τον σκοπό σου το καλύτερο εργαλείο είναι αυτό που θα σε βοηθήσει να το πράξεις.
Η λογοτεχνία του, όσο απλή και σαφής κι αν φαίνεται, κάνει βαθύτατες τομές στην ψυχολογία και την κουλτούρα.
Τα βραβεία που έχει συλλέξει είναι:
1987: Βραβείο Γκονκούρ για το μυθιστόρημα “Ιερή Νύχτα” (La Nuit Sacrée)
1997 & 1998: Βρέθηκε στη βραχεία λίστα για το Νόμπελ Λογοτεχνίας
2006: Λογοτεχνικό Βραβείο “Prix Ulysse” ”Οδυσσέας”, για το σύνολο του έργου του.
2008: Μεγαλόσταυρος της Λεγεώνας της Τιμής.

Β.Μ.

 

Posted on

ΤΖΟΝΑΘΑΝ ΚΟΟΥ, Τι ωραίο Πλιάτσικο (από την αναγνωστική μας λέσχη)

“Τι ωραίο πλιάτσικο” – Τζοναθαν Κόου

Πλιάτσικο Ετυμολογία: < αλβανική plaçkë (=λάφυρο) < σλαβική pljatška
Πλιάτσικο είναι μια κατάσταση η οποία λαμβάνει χώρα σε επιχειρήσεις, σε σπίτια ή γενικά οπουδήποτε υπάρχει πλούτος. Ουσιαστικά είναι η λεηλασία, η οποία συντελείται με την αρπαγή του πλούτου ή πολύτιμων αντικειμένων από σπίτια και μαγαζιά. Δηλαδή πρόκειται για μια μορφή κλοπής, καθώς κάποιος αφαιρεί κάτι που δεν του ανήκει από κάποιον άλλο.

“What a Carve Up!” Αυτός είναι ο πρωτότυπος τίτλος του Βιβλίου “Τι ωραίο Πλιάτσικο” όπως εξαιρετικά μεταφράστηκε από την Τρισεύγενη Παπαϊωάννου στα ελληνικά.
O ιδιωματισμός to carve up (ρ) ή a carve up (ου) στα ελληνικά σημαίνει η δια τεχνικών ή μεθοδεύσεων αποφυγή, απόρριψη, η περιθωριοποίηση μέσω διάσπασης, διαχωρισμού, κατακρεούργησης.

Σαν τίτλος, εννοεί την εφαρμογή της πολιτικής που επιδιώκει την επικράτηση του κεφαλαίου, έναντι των παραγωγικών μαζών που μπορεί να αποτελούνται τόσο από ιθαγενείς όσο και από μετανάστες, με οικονομικές και επιχειρηματικές εφαρμογές που καταλύουν μοντέλα και ήθη, τη “μετάλλαξη” δηλαδή του καπιταλισμού.
Η Βρετανία γνωρίζει τρομαχτικές διακυμάνσεις στα χρόνια που διαδέχονται τον Β’.Π.Π.
Γνωρίζει την αγωνία για ανασυγκρότηση, τις συντηρητικότερες κυβερνήσεις, τις πιο άκαμπτες κοινωνικές και οικονομικές κάστες, τον ψυχρό πόλεμο από την πλευρά των “σωστών” (δεξιών) (rights -ορισμός που προέρχεται από τη θέση των εδράνων στο κοινοβούλιο), των συντηρητικών δηλαδή, αλλά και “εργατικές” κυβερνήσεις, τις μεγαλύτερες αντιδράσεις και αναβρασμούς στη συνειδητή εργατική τάξη, που παρόλο τον συντηρητισμό στον οποίο έχει γαλουχηθεί, αντιδρά έντονα, όμως τελικά παγιδεύεται. Παγιδεύεται σε φαινομενικές καταστάσεις, ή σε πλάνα στα οποία δεν κατάφερε να αντιληφθεί εγκαίρως και να αντιδράσει αποτελεσματικά.
Στο κεφάλαιο του Χένρι, διαβάζουμε:
19 Ιουνίου 1970
Λοιπόν, χάσαμε και καλά να πάθουμε. Τώρα η χώρα θα αποκτήσει την πιο αδιάλλακτη μεταπολεμική κυβέρνηση, κι αυτό είναι καλό. Ο κόσμος θα βγει από την κτηνώδη μακαριότητά του.

Γνώρισα αυτή ακριβώς την Αγγλία, αυτόν τον απόηχο της τραγικής εδαφικής και οικονομικής αυτοκρατορίας που κατέρρευσε αλλά δεν το έμαθε ποτέ. Ο μεγάλος αποικιοκράτης γίγαντας είχε αρχίσει να νιώθει ένα ελαφρύ τρέμουλο στα πόδια. Μια Αγγλία¹ που έκρυβε της πληγές της λαβωμένης της υπερηφάνειας, ταυτόχρονα είχε μόλις αποφασίσει εκ νέου να εκμεταλλευτεί τα “ξένα” (τι ξένα; κόσμος από τις αποικίες και τα προτεκτοράτα ήταν..) εργατικά χέρια, που είχε τσακίσει τις λαϊκές εξεγέρσεις στο εσωτερικό (ανθρακωρύχοι, ναυτεργάτες, σιδηροδρομικοί, ταχυδρομικοί) με όποιο κόστος. Αυτή η Αγγλία συνέχιζε όχι απλώς και μόνο να καταπιέζει και να απομυζά τις έξι κομητείες της Β. Ιρλανδίας, αλλά να διεξάγει “ιερό πόλεμο” με τους Καθολικούς που ζητούσαν αποτίναξη του Αγγλικού ζυγού και αυτοδιάθεση με ένοπλο αντάρτικο στρατό (ΙΡΑ)².

Η Θάτσερ, λειτούργησε για την Βρετανία όπως σχεδόν ο Χίτλερ για την Γερμανία. Επούλωσε φαινομενικά το πληγωμένο εθνικό και κοινωνικό γόητρο της κυρίαρχης αυτοκρατορίας που είχε εξαπλωθεί σε όλο τον πλανήτη και καθόριζε τις τύχες του κόσμου, όταν ξαφνικά βρέθηκε να πρέπει να απολέσει ένα μεγάλο μέρος τόσο των οικονομικών της προνομίων όσο και του είδους της εδαφικής της επικυριαρχίας. Υπήρξε αδιάλλακτη και σκωπτική απέναντι στα νεωτεριστικά ρεύματα, περιθωριοποίησε τη διαφορετικότητα (κίνημα του Punk κλπ) στην τέχνη και την νεολαία. Κέρδισε έναν πόλεμο (στα νησιά Φώκλαντ), χρησιμοποίησε φαινομενικούς εχθρούς (Σαντάμ) συμμετέχοντας σε πύρρειους νίκες δήθεν κατά της τρομοκρατίας. Στην ουσία βέβαια, ακόμα και στην νέα τάξη πραγμάτων η χώρα δεν βρέθηκε χαμένη, ο κόσμος όμως και οι τάξεις από μεσοαστική και πάνω, ένιωσαν να πληγώνονται και να υποβαθμίζονται, ενώ τα κατώτατα στρώματα συνέχισαν να υφίστανται την ίδια κοινωνική και οικονομική υποβάθμιση.
Λέει στο “Πλιάτσικο” δίνοντας ίσως με τον καλύτερο τρόπο έναν ευστοχότατο χαρακτηρισμό για την Θατσερική εξωτερική πολιτική:
“Τους πουλάμε όπλα και μετά τους τιμωρούμε που τα χρησιμοποιούν”.

Χαρακτηριστικοί οι στίχοι του αντιπολεμικού Final Cut των Pink Floyd:
Brezhnev took Afghanistan.     –            Ο Μπρέζνιεφ πήρε το Αφγανιστάν³
Begin took Beirut.                      –            Ο Μπέγκιν τη Βηρυτό³a
Galtieri took the Union Jack.  –             Ο Γκαλτιέρι πήρε την Αγγλική Σημαία³b
And Maggie, over lunch one day,  –      και η Μάγκι στο μεσημεριανό γεύμα πήρε την απόφαση,
Took a cruiser with all hands.        –      να βουτήξει ένα καταδρομικό
Apparently, to make him give it back – με σκοπό να τον αναγκάσει να την επιστρέψει.
What have we done, Maggie what have we done – Τι έχουμε κάνει, Μάγκι τι έχουμε κάνει
What have we done to England…       –  στην Αγγλία;
Should we shout, should we scream – Να φωνάξουμε, να ουρλιάξουμε
What happened to our post war dream? – Τι απέγινε το μεταπολεμικό μας όνειρο;
Oh Maggie what have done?    –           Αχ, Μάγκι τι κάναμε;
Roger Waters

Το κοινοπολιτειακό καθεστώς όμως, χρησιμοποίησε ωμή αστυνομική βία για να δώσει στους ¨σοσιαλιστές” να καταλάβουν ποιος είναι το αφεντικό, και να κάνει σαφές ότι η χώρα θα ακολουθήσει καπιταλιστική πορεία με ό,τι αυτό συνεπάγεται. (Ας μην ξεχνάμε ότι η κυβέρνηση Θάτσερ στήριξε τον Πινοσέτ). Πολύ σωστά ο Κόου περιγράφει την “άρχουσα” τάξη με ευρηματικό χιούμορ. Στήνει μια οικογένεια που κάθε μέλος της αντιπροσωπεύει όλες τις δραστηριότητες στις οποίες είχε επιδοθεί η Βρετανία και οι σύμμαχοί της στην ψυχροπολεμική περίοδο. Εμπόριο όπλων, αντικατασκοπία, παραπλάνηση και χειραγώγηση μέσω των ΜΜΕ, τρελές αγελάδες και φαγητά αμφιβόλου ποιότητας, συντηρητική άσκηση εξουσίας, καταστολή προοδευτικών ή λαϊκών δυνάμεων ακόμα και με τα όπλα… κοινώς: βία και οικονομική διαπλοκή.

Στη σελίδα 75, σε δύο παράλληλες στήλες παρατίθεται κείμενο που η δημοσιογράφος κυρία Γουίνσο (η οποία αμειβόταν -όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο συγγραφέας- με ποσό εξαπλάσιο του μισθού ενός πτυχιούχου καθηγητή ή οκταπλάσιο του μισθού μιας νοσοκόμας του Εθνικού Συστήματος Υγείας) έγραψε όταν βρισκόταν σε διαφορετική “πολιτική φάση” με τέσσερα χρόνια απόσταση το ένα από το άλλο, όπου το ίδιο γεγονός ανακατασκευάζεται ώστε να εξυπηρετήσει την ακριβώς αντίστοιχη πολιτική τάση.

Ο Κόου είναι λίγο “Ταραντινικός”. Σουρεαλιστικές περιγραφές προσώπων και καταστάσεων κάνουν τον αναγνώστη να αμφιταλαντεύεται μεταξύ έκπληξης και διασκέδασης, γέλιου και τρόμου. Το φοβερό του μαύρο, βρετανικό χιούμορ είναι σαν μαστίγιο. Αν για εμάς είναι “τσουχτερό” για τους ίδιους τους Άγγλους είναι εύστοχο, και λειτουργεί σαν απολύτρωση ή αποδοχή, μια που άσχετα με το τι προβάλουν προς τα έξω ή τι έχουν αποφασίσει να ακολουθήσουν έχουν πλήρη συναίσθηση και συνείδηση (τουλάχιστον στις προηγούμενες δεκαετίες) του οικονομικού, κοινωνικού και εθνικού τους στάτους. Οι Άγγλοι έχουν ταξική συνείδηση και σέβονται, στηρίζουν και τιμούν την τάξη τους, όποια κι αν είναι αυτή. Ο Κόου τους ξεγυμνώνει. Γράφει με τέτοιο τρόπο, που ο μη Βρετανός, ανυποψίαστος αναγνώστης δεν θα παρατηρήσει καν την ειρωνεία και τον σαρκασμό, τουλάχιστον στην αρχή. Μερικές φορές θα νομίσει ότι “αυτή η αντίθεση” του είναι αδιανόητη και “δεν κολλάει”. Όμως είναι το παιχνίδι του ταλαντούχου συγγραφέα ο οποίος χειρίζεται με εξαιρετική μαεστρία όλα τα εκφραστικά μέσα που του παρέχει η ευρηματική γλώσσα του. Παράλληλα ο Βρετανός κατανοεί, αποδέχεται, εναντιώνεται, μια που το επίπεδο της αυτογνωσίας και του αυτοσαρκασμού του είναι ιδιαιτέρως υψηλό. Ο Τζόναθαν Κόου είναι η όψη του νομίσματος “σάτιρα και σαρκασμός” που στην άλλη πλευρά του απεικονίζεται ο Τομ Ρόμπινς. Αυτό που στον Ρόμπινς είναι προφανές και ευδιάκριτο (vulgarly overt), στον Κόου δουλεύει σε δεύτερο επίπεδο, λίγο πιο τεχνικά, υποσυνείδητα και ήπια, αλλά ουσιαστικά καυστικά.

Στις σελίδες και στους χαρακτήρες του “Πλιάτσικου” μερικές φορές νομίζουμε ότι βλέπουμε τον Μίστερ Μπιν, αλλά βλέπουμε και τις διαβολικές φάτσες των Μπλερ και Θάτσερ, ενώ το πρόσωπο του Χάρολντ Ουίλσον των εργατικών είναι παρελθόν, μια ξεθωριασμένη ανάμνηση. Σήμερα γνωρίζουμε καλά ότι το κεφάλαιο και οι λογαριασμοί που ανοίγει ο Κόου με αυτή την περίοδο της Βρετανικής ιστορίας, που ο ίδιος πριν λίγα χρόνια υποστήριξε ότι κλείνει με το 11, στην ουσία ολοκληρώνεται με το Μπρέξιτ και τη”Μέση Αγγλία”.
Το βιβλίο αυτό είναι μια δριμεία και σε βάθος κριτική για το πώς “εγκαταστάθηκε” ο καπιταλισμός και “μεταλλάχθηκε” στον παραπλανητικό και ηχητικά ανώδυνο “νεοφιλελευθερισμό”. Ο Κόου χρησιμοποιεί μια υπόθεση αστυνομικού θρίλερ -ο ίδιος εραστής του απρόβλεπτου και θαυμαστής του “Αγκαθα-Κριστισμού” – ώστε να φτάσει στο στόχο του. Ένα θρίλερ όπου οι πρωταγωνιστές θα μπορούσαν να μπαινοβγαίνουν στις σελίδες του βιβλίου χέρι με χέρι με τον Ηρακλή Πουαρό.

Είναι ένα σαγκά που ακολουθεί την πορεία της οικογένειας Γουίνσο από την 30η Νοέμβρη 1942, όπου το μέλος της, Γκόντρφρι Γουίνσο -ένα από τα τέσσερα αδέρφια-, αεροπόρος της ΡΑΦ, χάνεται με το αεροπλάνο του και δηλώνεται ως καταρριφθής εκ των Γερμανών, πράγμα που από κάποιο μέλος της οικογένειάς του, αμφισβητείται. Το μέλος αυτό, -η υπερευαίσθητη ψυχικά και νοητικά “γεροντοκόρη”, αδερφή Ταμπίθα-, ενώ παρουσιάζει διαταραχές, είναι μάλλον το πιο ψύχραιμο άτομο όσο αφορά την αντίληψη των πραγμάτων και των χαρακτήρων της οικογένειας. Αυτή λοιπόν σε προχωρημένη ηλικία, προσλαμβάνει τον αφηγητή-συγγραφέα Μάικλ Όουεν να γράψει την ιστορία της οικογένειάς της. Στην πραγματικότητα πρόκειται για μια συμμορία τύπου μαφιόζικης Σιτσιλιάνικης οικογένειας αλλά στο πιο φλεγματικό. Όποια πέτρα κι αν σηκώσεις, όποια μεθόδευση κι αν διακρίνεις, όποιος θάνατος-φόνος δεν μοιάζει και τόσο αθώος, κάποιος Γουίνσο είναι από πίσω. Πουλάνε, αγοράζουν, περιουσίες, επιχειρήσεις, ζωές…. Μεθοδεύουν την παραπλάνηση της κοινής γνώμης και αφαιρούν τα δημόσια κοινωνικά αγαθά με ιδιωτικοποιήσεις (που μελλοντικά θα αποδειχτούν άστοχες και αναποτελεσματικές), συγχωνεύσεις κι όλων των ειδών τα οικονομολογικά τερτίπια που συνήθως ξεκινούν από το Σίτι.
«Δεν υπάρχει λόγος να περνάς μια σκανδαλώδη νομοθεσία και μετά να δίνεις στους άλλους το χρόνο να προετοιμαστούν. Πρέπει να παρεμβαίνεις αμέσως και να την επικαλύπτεις με κάτι ακόμα χειρότερο, προτού η κοινή γνώμη προλάβει να καταλάβει το κακό που τη βρήκε».
Πάγια πρακτική των αδιαφανών και ανειλικρινών κυβερνήσεων σε συνεργασία με τα ξεπουλημένα ΜΜΕ: Ντόρος για δήθεν σκάνδαλα, στροφή του ενδιαφέροντος της κοινής γνώμης σε συγκεκριμένα ανούσια ζητήματα που όμως φανατίζουν, λίγο πριν τα κοινοβούλια ψηφίσουν άδικους, αντιλαϊκούς και κατασταλτικούς νόμους.

Εντυπωσιακός είναι ο τρόπος που επιλέγει ο Κόου να αναδείξει το πώς κάθε νέα γενιά Γουίνσο, από το στάδιο της αφέλειας, περνά στο στάδιο της ένοχης πονηρής συνωμοσιακής συνενοχής. Διαβάζοντας π.χ. τα ημερολόγια του Χένρι, φαίνεται το πέρασμα από την ανέμελη εφηβεία, στο στάδιο της μύησης στην τάξη και την οικογένεια. Η φρίκη του πολέμου δεν θα αγγίξει τον Χένρι. Θα μάθει στην πορεία για αυτό. Εντάσσεται μεν σε έναν στρατό, αλλά αυτός δεν είναι ο στρατός που πολεμά σε χαρακώματα. Είναι αυτός που καθορίζει τα πάντα, απλά γιατί μπορεί. Το κάνει χωρίς λύπη, δεύτερες σκέψεις, αναστολές και δισταγμούς.

Το βιβλίο για τον συγγραφέα του, είναι ένα παιχνίδι σημειολογίας. Ο Κόου, κατάφερε να εντάξει πολλά στοιχεία από την ομώνυμη ταινία του Πατ Τζάκσον του 1961, μια κωμωδία τρόμου η οποία “πρωταγωνιστεί” στο βιβλίο, αφού ο συγγραφέας-αφηγητής Μάικλ Όουεν εμφανίζεται να την παρακολουθεί ξανά και ξανά στα παιδικά του χρόνια, ενώ το τελευταίο μέρος του βιβλίου, ακολουθεί την πλοκή της ταινίας. Στην πραγματικότητα, εκτός από πηγή έμπνευσης , είναι ένας άξονας γύρω από τον οποίο αναπτύσσεται ελικοειδώς σαν DNA η υπόθεση του βιβλίου.

Ξαναδιαβάζοντας το “πλιάτσικο” δέκα χρόνια μετά από την πρώτη ανάγνωση, λόγω της ενασχόλησης της αναγνωστικής μας λέσχης με αυτό, μένω εκστατική.
Οι λόγοι είναι δύο:
Πρώτα, επιβεβαιώνω το πόσο μεγάλος συγγραφέας είναι ο Κόου, και αυτό φαίνεται σε ετούτο, ένα από τα πρώιμα μυθιστορήματά του. Επίσης, αναγνωρίζω το μεγαλείο του, ως πολιτικό και κοινωνικό ον, με λόγο και έκφραση, με φοβερή οξυδέρκεια και ξεκάθαρη σκέψη και μάλιστα σε μια χώρα όπως είναι η Βρετανία.
Δεύτερον, νιώθω ανατριχίλα στη ραχοκοκκαλιά μου και μόνο αναγνωρίζοντας τις πρακτικές και τις μεθοδεύσεις των οικονομικών συστημάτων ακόμα από τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, ενώ κάποιες -θα μπορούσε κανείς να πει- θεατρικές σκηνές στον πλανήτη, επαναλαμβάνονται με τον ίδιο τρόπο, με το ίδιο μένος, με τις ίδιες μεθόδους, απλά με ανανεωμένα εργαλεία. Αυγανιστάν, Ιράκ, Σαντάμ, Καντάφι, πετρελαϊκό ζήτημα, τρελές αγελάδες, Χιλή, Πινοσέτ, Αργεντινή, αλλά και Συρία, Βολιβία, Ισραήλ, Κουρδικό ζήτημα, Brexit, Monsanto και η Σιβηρία και o Αμαζόνιος στις φλόγες…
Σε ποιο έργο θεατής; Με φρίκη διαπιστώνω την αντικειμενοποίηση του ανθρώπου, την μετατροπή του σε μηχανή σίτισης του κεφαλαίου και ο Κόου τα έχει πει όλα, με αφορμή τις υποψίες μιας μισότρελης γηραιάς γεροντοκόρης για το θάνατο του αδερφού της…
Το “Τι ωραίο Πλιάτσικο” είναι αντικειμενικά ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα. Εικοσιπέντε χρόνια μετά την συγγραφή του, παραμένει επίκαιρο, δυνατό και ζωντανό. Ένα μυθιστόρημα για το πρόσφατο παρελθόν και για το σήμερα, για τον κάθε αναγνώστη που έχει τα μάτια και τα αυτιά του μυαλού του ανοιχτά.

Για την Αναγνωστική Λέσχη ΠΡΟΜΗΘΕΥΣ,
Β. Μ..

 

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:

1. Μιλώντας για Αγγλία και όχι Βρετανία εννοούμε τον κεντρο-νοτιο-ανατολικό κορμό της χώρας, αφού οι Σκώτοι, οι Ουαλοί και οι Βοριοϊρλανδοί αντιμετώπιζαν πολύ διαφορετικά το νέο για αυτούς συχνά τρομαχτικό πρόσωπο της Νέας Βρετανίας. Άλλωστε αυτοί υπήρξαν πάντοτε “κατακτημένοι”.

2. Μετά από δεκαετίες αντιθέσεων και ένοπλου αγώνα, θάνατος του Μπόμπι Σαντς (Ρόμπερτ Τζέραρντ Σαντς ) στις φιλακές Μέιζ μετά από γενικευμένη απεργία πείνας το 1981. Οι απεργοί πέθαιναν ο ένας μετά τον άλλον και συγγενείς και πολιτικοί κύκλοι ζήτησαν από την Θάτσερ να διαπραγματευτεί με τους κρατούμενους. Η απάντησή της ήταν: “Ένα έγκλημα, είναι ένα έγκλημα.” Ο Μπόμπι Σάντς, ο οποίος είχε οριστεί αρχηγός του ΙΡΑ πέθανε μετά από 66 ημέρες απεργίας. Ο θάνατός του όμως, έκανε τον κόσμο να δει αυτή τη μεριά του κόσμου με διαφορετικό μάτι.

3. Το Δεκέμβρη του 1979 οι Ρώσοι εισβάλουν στο Αφγανιστάν, εκθρονίζουν τον πραξικοπηματία Αμίν και εγκαθιστούν στην εξουσία τον Μπαμπράκ Καμάλ, ένα άβουλο ανδρίκελο.

3a. Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μεναχέμ Μπέγκιν ηγήθηκε των Ισραηλινών επιθέσεων στη Συρία.

3b. Ο Στρατηγός Λεοπόλντο Γκαλτιέρι ήταν ο ηγέτης της Χούντας της Αργεντινής – μια από τις σκληρότερες στην ιστορία- θεώρησε ιστορική ευκαιρία να ανακατάλβει τα νησιά Φώκλαντ και να αποκαταστήσει την αδικία που έκαναν στη χώρα του οι Βρετανοί το 1833.

Posted on

ΔΥΟ-ΔΥΟ ΤΑ ΝΟΜΠΕΛ ΠΑΙΔΙΑ, ΓΙΑ ΝΑ ΠΡΟΦΤΑΣΟΥΜΕ!

Νόμπελ με αναδρομική ισχύ φέτος, αποφάσισε να δώσει η Σουηδική Ακαδημία, μια που πέρσι, λόγω οικονομικών σκανδάλων και ζητημάτων σεξουαλικής παρενόχλησης ανάμεσα στα μέλη της επιτροπής, δεν δόθηκε βραβείο ΝΟΜΠΕΛ
O tempora o mores….
Οι άνθρωποι που υποκύπτουν σε οικονομικούς πειρασμούς ή παρενοχλούν ηθικά ή σεξουαλικά συνανθρώπους τους είναι αυτοί που αποφάσιζαν και ενδεχομένως αποφασίζουν και σήμερα (για να είμαστε ακριβείς μόλις προχθές) να απονείμουν ένα βραβείο σε έναν εν ζωή συγγραφέα, από οποιαδήποτε χώρα, ο οποίος σύμφωνα με την διαθήκη του Άλφρεντ Νόμπελ παρήγαγε το πιο εντυπωσιακό έργο στο τομέα της λογοτεχνίας, σε μια ιδεώδη κατεύθυνση “den som inom litteraturen har producerat det mest framstående verket i en idealisk riktning” .
Εδώ τίθεται το θέμα του τι ακριβώς σημαίνει ιδεώδης κατεύθυνση; Πώς εννοούν άνθρωποι “διαβρωμένοι” και βουτηγμένοι σε ένα βρώμικο παιχνίδι χρήματος και επιβολής δύναμης το “ιδεώδες” για την ανθρωπότητα; Με ποια κριτήρια ταξινομούν το σύνολο του λογοτεχνικού έργου ενός συγγραφέα πιο ουσιαστικό από ένα άλλο; Ιδεώδες στον θρησκευτικό χώρο είναι άλλο, ενώ στον κοινωνικό ή πολιτικό τομέα είναι κάτι πολύ διαφορετικό. Πόσο μάλλον σε οικονομικό επίπεδο. Η λογοτεχνία δεν είναι έξω από όλα αυτά. Είναι η πνευματική καταγραφή και απόδοση όλων των προαναφερθεισών εκφάνσεων της πραγματικής ζωής.
Ο κατά την Βικιπαιδεία (και όχι μόνον) ορισμός αναφέρει: Με τον όρο Λογοτεχνία ορίζονται τα γραπτά και προφορικά προϊόντα του έντεχνου λόγου. Η λογοτεχνία είναι έννοια στενότερη από τη γραμματεία, που περιλαμβάνει το σύνολο των – γραπτών κατά κανόνα- κειμένων μιας συγκεκριμένης κοινότητας. Αυτό, λοιπόν, που διαφοροποιεί τα λογοτεχνικά κείμενα από τα μη λογοτεχνικά είναι η «λογοτεχνικότητα». Η έννοια της λογοτεχνικότητας βέβαια δεν μπορεί να οριστεί εύκολα, γι’ αυτό και ο χώρος της Λογοτεχνίας δεν μπορεί να καθοριστεί με αυστηρά όρια.
Για τον καθορισμό της έννοιας της λογοτεχνικότητας έχουν γίνει πολλές προσπάθειες, οι οποίες μπορούν να διακριθούν σε δύο ομάδες, ανάλογα με τις κατευθύνσεις που ακολουθούν: η μία είναι η οντολογική εξέταση, αυτή δηλαδή που προσπαθεί να ορίσει τη Λογοτεχνία «εκ των έσω», με εσωτερικά κριτήρια, με τα οποία προσπαθεί να προσδιορίσει κάποια σταθερά χαρακτηριστικά του λογοτεχνικού λόγου. Κάποιες από τις προσπάθειες οντολογικού ορισμού είναι οι ορισμοί της Λογοτεχνίας ως «μυθοπλαστικής γραφής», ως «αποκλίνουσας χρήσης της γλώσσας» ή ως κειμένου που προσφέρει «αισθητική απόλαυση».
Πόσο είμαστε σίγουροι ότι στο μυαλό του κάθε μέλους της επιτροπής αυτό είναι ξεκαθαρισμένο;
Είναι γεγονός, ότι στο παρελθόν έχουν δοθεί βραβεία μόνο και μόνο από υποχρέωση, γιατί κάποιος συγγραφέας ασθενεί και είναι ετοιμοθάνατος, γιατί το προκλητικό ή το πρωτότυπο μοιάζει και πρωτοποριακό, γιατί το δυσνόητο φαίνεται λόγιο, ενώ οι βραχείες λίστες παρουσιάζουν τουλάχιστον κοινωνιολογικό ενδιαφέρον…
Είναι όμως αυτοί λόγοι να βραβεύσεις έναν συγγραφέα;
Στην ιστορία των Νόμπελ λοιπόν, έχουν δοθεί βραβεία που η σύμβαση και η συγκατάβαση -αν και η φαινομενική πρόθεση είναι να προβληθούν ως ρηξικέλευθα- είναι προφανής: (Κνουτ Χάμσουν, Γκύντερ Γκρας, Χάρολντ Πίντερ, Μπομπ Ντύλαν. κ.α.) Συνήθως αυτά τα βραβεία δόθηκαν όταν ο δημιουργός δεν επηρέαζε πια τον αναγνώστη ή τον ακροατή και πολύ απείχε από το να εκφράζει πια μια πρωτοπορία.
Έχουν δοθεί περίεργα και τολμηρά βραβεία (Ελφρίντε Γελινεκ, Ζοζέ Σαραμάγκου, Τόνι Μόρισον),
γενναία βραβεία (Ντάριο Φο, Ντόρις Λέσινγκ, Ανατολ Φρανς, Σβετλάνα Αλεξίεβιτς) και πραγματικά άξια βραβεία λογοτεχνίας με ιδιαίτερο ιστορικό, πολιτικό, κοινωνικό και ηθικό μήνυμα και έκδηλη την τέχνη του λόγου (Ορχάν Παμούκ, Ίβο Άντριτς, Αντρε Ζιντ, Σόουλ Μπέλοου, Αλμπέρ Καμύ, Τζον Στάινμπεκ, Γκαμπριέλ Γκαρσία Μαρκές, Μάριο Βάργκας Λιόσα, Κάζουο Ισιγκούρο, Πατρίκ Μοντιανό κ.α.)
Η Ελλάδα τιμήθηκε δύο φορές με Νομπελ λογοτεχνίας με δύο από τους σημαντικότερους Νεοέλληνες Ποιητές της τον Γιώργο Σεφέρη το 1963 και τον Οδυσσέα Ελύτη 1979, ενώ και ο Σαλβατόρε Κουασιμόντο (1959) ήταν ελληνικής καταγωγής με Ιταλική υπηκοότητα, από τις Συρακούσες, γιος της Ρόζας Παπανδρέου από την Πάτρα.
Επίσης βραβεία δεν δόθηκαν τα έτη 1914, 1918, 1935, 1940-1943, 2018.
Αξιομνημόνευτη ήταν η βράβευση του Σαν Πολ Σαρτρ το 1964, ο οποίος αρνήθηκε το βραβείο για φιλοσοφικούς, πολιτικούς και ηθικούς λόγους.
Διπλά βραβεία είχαμε το 1974, όπου η Ακαδημία ευλόγησε τα γένια της κατά τη λαϊκή ρήση, με δύο Σουηδούς, λογοτέχνες τον Έιβιντ Γιόνσον και τον Χάρι Μάρτινσον.
Φέτος αν και έχουμε διπλή βράβευση, η μία της Όλγκα Τοκάρτσουκ από την Πολωνία ήδη βραβευμένη με Man Booker το 2018, για το “Bieguni” που δεν έχει μεταφραστεί στα ελληνικά, αποδίδεται στο 2018.
Έτσι αυτόν που πραγματικά γιορτάζουμε ως νικητή φέτος είναι τον Πίτερ Χάντκε , τον μεγάλο Αυστριακό συγγραφέα με το ανοιχτό μυαλό και την αδέσμευτη κρίση, που σε όλη του τη λογοτεχνική ζωή προσπάθησε να απελευθερώσει τον δέκτη (αναγνώστη ή ακροατή και θεατή) είτε μέσα από τα θεατρικά του έργα, είτε μέσα από τα λογοτεχνικά πεζά ή περιηγητικά του κείμενα, από την μανιερίστικη λογική καλουπωμένης πρόσληψης των νοημάτων του κειμένου και την ψευτο-μοντέρνα έκφραση, λέγοντας ουσιαστικά πράγματα με ασυνήθιστο τρόπο.
Σε αντίθεση με την πλειοψηφία των κεντροευρωπαίων με πρόσβαση στα μέσα έκφρασης και λόγου, ο Χάνγκε τάχθηκε φανερά κατά της διάλυσης της Γιουγκοσλαβικής Ομοσπονδίας και προσπάθησε να στηρίξει την απενοχοποίηση των Σέρβων για όλα τα δεινά του πολέμου, χωρίς να γίνεται μεροληπτικός.
Μέχρι σήμερα έχει αποσπάσει πολλά βραβεία.
Κατά την άποψή μας, από τα σημαντικότερα βιβλία του είναι, “Η αγωνία του τερματοφύλακα πριν από το πέναλτι”, “Η αριστερόχειρη γυναίκα” (που μεταφέρθηκε εξαιρετικά στην μεγάλη οθόνη), “Βρίζοντας το κοινό”, “Χειμωνιάτικο ταξίδι στους ποταμούς Δούναβη, Σάβο, Μοράβα και Δρίνο ή δικαιοσύνη για τη Σερβία” και “Η μεγάλη πτώση”, όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά.
Γεννήθηκε το 1942 στην Καρινθία της Αυστρίας. Η μητέρα του ήταν σλοβενικής καταγωγής, ο πατέρας του Γερμανός στρατιώτης. Από το 1985 ζει στη μόνιμα στη Σαβίλ, έξω από το Παρίσι.

  • Μια άλλη πρωτοτυπία που μπορεί να φανεί συμπτωματική, ακόμα και άσχετη, είναι το γεγονός ότι αυτή τη χρονιά, η απονομή του βραβείου Νόμπελ λογοτεχνίας έγινε δέκα ημέρες πριν και όχι κατά τη διάρκεια της Έκθεσης Βιβλίου στην Φρανκφούρτη, της παγκοσμίως σημαντικότερης φιέστας για το βιβλίο. Κατακερματίζονται οι σχέσεις, αποσυνδέονται τα πράγματα που παραδοσιακά είχαν μια ολότητα και μία συνέχεια; Είναι δεδομένο ότι δεν έχει γίνει από αβλεψία. Διοργανώσεις αυτού του μεγέθους και αυτής της ηλικίας (Νόμπελ από το 1901, Frankfurter Buchmesse από το 1530 περίπου), δεν ορίζουν τυχαίες ημερομηνίες κι αν συμπέσουν… Είναι πιθανό κάποιο συμφέρον να θέλει να φέρει αλλαγή ακόμα και σε αυτή την συνολική γιορτή για το βιβλίο. Μνήμες όπως: η πλειοψηφία του κόσμου (επισκέπτες και εκθέτες) κάτω από τα μόνιτορ που μεταδίδουν τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας και την ανακοίνωση του νικητή, η μέρα π.χ. που όταν ακούστηκε το όνομα του Ορχάν Παμούκ σείστηκε η Frankfurter Messe απ’ άκρη σ’ άκρη, η συγκίνηση, η χαρά, μετέπειτα τα πηγαδάκια, οι παρουσιάσεις, τα πάνελ που δημιουργούνταν και μεταδίδονταν στις τηλεοράσεις όλου του κόσμου, ακόμα και η ώθηση των εμπορικών συναλλαγών, θα πάψουν να υπάρχουν και η αίσθηση της έκθεσης θα αποχρωματιστεί, ενώ η δύναμή της θα πάψει να είναι η ίδια.
    Ίσως τα ήθη δεν αλλάζουν μόνο γιατί τροποποιούνται οι συνθήκες οπότε μια ανάγκη παύει να υπάρχει και ξεφυτρώνει μια άλλη. Ίσως τα ήθη αλλάζουν όταν αυτοί που μπορούν, αποφασίζουν ότι πρέπει για κάποιο όφελος (σίγουρα όχι συνολικό) να αλλάξουν και το πράττουν.
    Για όλα αυτά φυσικά τα μέσα δεν αναφέρθηκαν, δεν παραξενεύτηκαν, δεν απόρησαν, δεν εξέφρασαν άποψη. Ομοίως και ο κόσμος του βιβλίου.
    Αναρωτιέμαι, τι άλλο θα δούμε ακόμα;

    Β.Μανουσαρίδου

Posted on

Λέσχη ανάγνωσης 2019-2020

Η περίοδος που θα απασχολήσει τη λέσχη μας για αυτή την σεζόν, είναι το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα.

Πρόκειται για την περίοδο που στην ουσία ωριμάζει και αλλάζει η λογοτεχνία, έχοντας περάσει πολλές δοκιμασίες σε κοινωνικό και ιστορικό επίπεδο.

Η Ελλάδα συνεχίζει να υφίσταται τρομαχτικές αλλαγές, τόσο στο κοινωνικοπολιτικό στάτους, όσο και στη γλώσσα. Στα σχολεία, σε μια διάρκεια 50 ετών έχει διδαχθεί η καθαρεύουσα, η απλή καθαρεύουσα, η δημοτική, η Νέα Ελληνική. Μάθαμε να γράφουμε και να διαβάζουμε με πολυτονικό σύστημα, μετά με μονοτονικό, ενώ φτάνουμε στην ορθογραφική απλοποίηση του τέλους της δεκαετίας του 1990. Παρόλα αυτά, η περίοδος έχει να επιδείξει μια εξαιρετικής ποιότητας και αξίας λογοτεχνία και στον πεζό λόγο, που θα μας απασχολήσει, και αποτελεί μια ουσιαστική επανάσταση στην τέχνη της γραφής και στη θεματολογία. Παγκοσμίως εμφανίζονται λογοτέχνες που καταγράφουν με μάτι ψύχραιμο και έμπειρα κριτικό το παρόν και το παρελθόν, με έναν ιδιαίτερο τρόπο. Ας μην ξεχνάμε ότι τα χρόνια αυτά κυλούν στον απόηχο των σημαντικότερων γεγονότων του πλανήτη: 2 παγκόσμιοι πόλεμοι, χούντες, επαναστάσεις, αλλά και ρηξικέλευθες εξελίξεις στη γλώσσα και την επιστήμη. Ο άνθρωπος χρησιμοποιεί ις επιστήμες σε καθημερινή εφαρμογή, φτάνει στο φεγγάρι, αρχίζει να κάνει άλματα στην ιατρική, να αποκαλύπτει μυστικά χιλιετιών στη φυσική ή την βιολογία αλλά ταυτόχρονα ταλανίζεται από κοινωνικά και πολιτικά αδιέξοδα. Οι ιδεολογίες πέφτουν, ο χάρτης αλλάζει, τα οικονομικά συστήματα επιβάλουν νέα ήθη και τρόπους ζωής, νέες συνήθειες. Ο σύγχρονος άνθρωπος πλέον, πληροφορείται, μαθαίνει, σπουδάζει και κρίνει ακόμα και την ιστορία διαφορετικά.

Αυτό είναι το πλαίσιο στο οποίο η φετινή μας λέσχη θα καταδυθεί, θα αναδυθεί, θα γευθεί και θα γνωρίσει λογοτεχνικά αυτό που για μας αποτελεί κοινό παρελθόν, εφηβεία, περίοδο απελευθέρωσης, άνοιγμα του κόσμου στο διάστημα ακόμα, αλλά και εποχή ανατροπών, πολέμων και επαναστάσεων.

Με πολύ χαρά περιμένουμε να κάνουμε όλες αυτές τις ανακαλύψεις συντροφιά.
Από τις 23 Σεπτεμβρίου ξεκινάμε τα ταξίδια μας και σας περιμένουμε ως συνεπιβάτες και συν-αναγνώστες.

Ευχή για όλους μας, μια καλή αναγνωστική περίοδος γεμάτη συγκινήσεις.

Δείτε το πρόγραμμα και την αίτηση συμμετοχής:

ΑΙΤΗΣΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ

Λέσχη ανάγνωσης 2019